Η μούττη της Σαρακοστής

Η μούττη της Σαρακοστής

Καθαρά Δευτέρα στην Κύπρο και τα παιχνίδια που παίζονται!

Η Σαρακοστή για την Ορθόδοξη εκκλησία ξεκινά με την Καθαρά Δευτέρα, ενώ ταυτόχρονα σημάνει το τέλος των Απόκρεων.

Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι γιατί οι Χριστιανοί «καθαρίζονταν» πνευματικά και σωματικά. Είναι μέρα νηστείας αλλά είναι και μέρα αργίας για τους Χριστιανούς. 
Η νηστεία της σαρακοστής, διαρκεί για 40 μέρες, όσες ήταν και οι μέρες νηστείας του Χριστού στην έρημο. Η Καθαρά Δευτέρα γιορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή της Ανάστασης του Χριστού μας, το Πάσχα.

Η Καθαρά Δευτέρα για τους περισσότερους, σημαίνει εξόρμηση στα χωράφια, σημαίνει παιγνίδια, αλλά και μυρωδάτα κουλούρια.


Όλοι προγραμματίζουμε να κόψουμε την "μούττη της σαρακοστής", ενώ τα φαγητά της ημέρας, έχουν μεγάλη διαφορά σε σχέση με το καθημερινό διατροφολόγιο μας. Οι λαγάνες, δηλαδή άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα, ο ταραμάς, τα όσπρια χωρίς λάδι και τα κουλούρια έχουν την τιμητική τους, καθώς και όλα τα ζαρζαβατικά.Το κρασί φυσικά έχει την τιμητική του αφού ρέει άφθονο σε όλα τα τραπέζια. 



Η Καθαρά Δευτέρα γιορτάζεται έντονα σε όλη την Κύπρο με διάφορα έθιμα. 
Υπάρχουν πάρα πολλά παραδοσιακά παιγνίδια που σχετίζονται με την «Σήκωση» και την Καθαρά Δευτέρα και εξακολουθούν να παίζονται σε διάφορες περιοχές της Κύπρου. 

Μερικά από αυτά είναι και τα πιο κάτω.

Το  πέταγμα του χαρταετού: Ο χαρταετός κατασκευάζεται τις πλείστες φορές από βέργες καλαμιού, επειδή το υλικό αυτό είναι ελαφρύ και βοηθά την εύκολη ανύψωση του χαρταετού μας. Για να μπορέσει ο χαρταετός να ανυψωθεί πρέπει απαραίτητα ο άνεμος να είναι ευνοϊκός. Την Καθαρά Δευτέρα, ο ουρανός είναι γεμάτος από  χαρταετούς, δίνοντας στους ιδιοκτήτες τους τη χαρά και την ικανοποίηση για το πόσο ψηλά μπορούν να φτάσουν. Το πέταγμα του χαρταετού είναι ένα παραδοσιακό παιγνίδι που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα και το χαίρονται μικροί και μεγάλοι.



Οι  αυγοδρομίες: Οι αυγοδρομίες παίζονται συνήθως από δύο ή περισσότερους παίκτες. Σύμφωνα με τους κανόνες του παιγνιδιού, οι παίκτες τρέχουν γύρω από ένα τραπέζι κρατώντας με τα δόντια τους ένα κουτάλι στο οποίο τοποθετούν ένα αυγό.  Το παιγνίδι μπορεί επίσης να παιχθεί και σαν αγώνας δρόμου ανάμεσα στους παίκτες. Κερδίζει εκείνος που θα τερματίσει χωρίς να του πέσει το αυγό. 

Η  δακκανούρα: Είναι γνωστή και ως «αυκωτήρα» επειδή στο παιγνίδι χρησιμοποιείται ένα ψημένο αυγό, συνήθως δεν είναι καθαρισμένο. Το παιγνίδι αυτό παιζόταν σε πολλές περιοχές της Κύπρου ιδιαίτερα στην Πάφο, στην Αραδίππου και στο Ριζοκάρπασο.  Κερδισμένος έβγαινε εκείνος που κατάφερνε να πιάσει το αυγό με το στόμα του, χωρίς να το αγγίξει.



Η  γιαουρτοφαγία: Παίζεται με δύο παίκτες, οι οποίοι προσπαθούν να ταΐσουν ο ένας τον άλλο γιαούρτι, με δεμένα τα μάτια. Στο παιγνίδι δεν υπάρχει χαμένος ή κερδισμένος αφού και οι δύο παίκτες συνήθως πασαλείφονται με υπολείμματα γιαουρτιού σε όλο το πρόσωπό τους.



Το ζιννάπιν: Παίζεται με το διχαλωτό κοκαλάκι του κοτόπουλου. Πριν ξεκινήσει το παιγνίδι οι δύο παίκτες στοιχηματίζουν διάφορα. Μετά κρατώντας ο καθένας από ένα άκρο του «ζινναπιού», το τραβούν και το κόβουν. Εκείνος που θα πάρει το μεγαλύτερο κομμάτι κερδίζει. Αν ο ένας δώσει στον άλλο κάποιο αντικείμενο και ο δεύτερος ξεχάσει να πει «αθθυμούμαι» τότε ο πρώτος του λέει «γειά σου» και τον κερδίζει. Το παιγνίδι αυτό μπορεί να κρατήσει ώρες, μέρες ή και χρόνια.

Καμήλα: Αυτοί που παίζουν το παιχνίδι αυτό, σχηματίζουν μια μακριά σειρά ο ένας πίσω από τον άλλο. Δύο άλλοι παίχτες στέκονται απέναντι με τα χέρια ενωμένα και σηκωμένα ψηλά, ώστε να σχηματίζουν καμάρα. Αυτοί οι δυο παίρνουν από ένα χαρακτηριστικό χρώμα ή όνομα δέντρου. Όταν οι άλλοι περνούν κάτω από την καμάρα, οι δυο παίκτες κρατούν τον τελευταίο και τον ρωτούν τι χρώμα ή τι δέντρο προτιμά. Ανάλογα με την απάντηση στέκεται πίσω από τη ράχη του αντίστοιχου παίκτη. Το παιγνίδι συνεχίζεται μέχρι να ερωτηθεί και ο τελευταίος διαγωνιζόμενος. Με αυτό τον τρόπο σχηματίζονται δυο ομάδες οπότε το παιγνίδι μετατρέπεται σε διελκυστίνδα με τις δύο ομάδες να τραβιούνται με δύναμη, μέχρι να παρασυρθεί η μια ομάδα από την άλλη. Η νικήτρια ομάδα είναι εκείνη που θα μπορέσει να παρασύρει την άλλη προς το μέρος της.



Συκιά: Αυτοί που παίζουν το παιγνίδι αυτό καρφώνουν στη γη ένα ξύλο ή ένα σίδερο που υποτίθεται είναι μια συκιά με τους καρπούς της. Σε αυτό το ξύλο δένεται ένα μακρύ σχοινί που το κρατά ένας από τους διαγωνιζόμενους που ονομάζεται «συκάρης». Ο «συκάρης» αντιπροσωπεύει το φύλακα της συκιάς, που διαλαλεί τα σύκα της φωνάζοντας «σύκα, εδώ τα καλά σύκα». Γύρω από τον «συκάρη» λοιπόν, στέκονται οι υπόλοιποι διαγωνιζόμενοι που προσπαθούν να τον χτυπήσουν χωρίς αυτός να τους αγγίξει. Τα χτυπήματα που δίνουν στον «συκάρη», αντιπροσωπεύουν τα σύκα που του κλέβουν. Αν στη διάρκεια του παιγνιδιού καταφέρουν να του πάρουν και το σχοινί, τότε ο «συκάρης» τρώει ξύλο μέχρι να κατορθώσει να ξαναπάρει πίσω το σχοινί του. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι άλλοι τραβούν πίσω, γιατί όταν ο «συκάρης» είναι ο κάτοχος του σχοινιού και αγγίξει με το χέρι του κάποιον, τον υποχρεώνει να αναλάβει αυτός την φρούρηση της.
 



Η καττόμουγια: Αυτοί που λαμβάνουν μέρος στο παιγνίδι αυτό, δένουν με ένα μαντίλι / ρούχο τα μάτια του παίκτη που ο κλήρος τον βγάζει πρώτο, για να παίξει τον ρόλο της «καττόμουγιας».  Τον γυρίσουν μπροστά, πίσω, δεξιά και αριστερά, ώστε να χάσει τον προσανατολισμό του και τον αφήνουν στην μέση του χώρου όπου διεξάγετε  το παιγνίδι και αρχίζουν να τον κτυπούν με τα χέρια ή το μαντίλι / ρούχο που κρατούν. Η «καττόμουγια» προσπαθεί στα τυφλά (αφού τα μάτια είναι δεμένα), να αρπάξει έναν από αυτούς που την κτυπούν.  Στην περίπτωση που καταφέρει να αρπάξει κάποιον, της λύνουν τα μάτια και δίνουν την θέση της στον ηττημένο για να αρχίσει το παιγνίδι πάλι από την αρχή.



Καλή Σαρακοστή σε όλους !!!