Η Παναγία της Κύπρου σαν έφτασε στο σπίτι της στο Μοναστήρι του Κύκκου!

Η Παναγία της Κύπρου σαν έφτασε στο σπίτι της στο Μοναστήρι του Κύκκου!

Η ενδοξότερη Βασίλισσα και Μητέρα όλων των γενεών η Παναγία!

Γονάτισαν τα δέντρα σαν την είδαν να περνά, μέσα στα βουνά του Τρόοδος για να φτάσει στο σπίτι Της!  Η λυγερόκορμη, υπέρλαμπρη Βασίλισσα και μητέρα όλων μας η Παναγία είχε ζητήσει από καιρό να έρθει στο σπίτι Της και το ΄λεγε και το πουλί που για πολύ καιρό τριγυρνούσε στα βουνά και φώναζε με ανθρώπινη λαλιά: Κύκκου – Κύκκου το βουνί, μοναστήρι θα γενεί, μια χρυσή Κυρά θα μπει, και ποτέ της δεν θα βγει. Και το πουλί το άκουγε ο ασκητής Ησαΐας που ζούσε στη σπηλιά, αλλά δεν έδινε σημασία καθώς προσευχόταν με ευλάβεια και συνέχιζε την ασκητική ζωή. 
Ώσπου μια μέρα, έγιναν όλα όπως η θεία βούληση τα ήθελε! Ο Δούκας Βουτομίτης, ο οποίος είχε διοριστεί στην Κύπρο ως Διοικητής του νησιού, από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Αλέξιο Κομνηνό, είχε ξεφύγει από την συντροφιά του και βρέθηκε μέσα στο πυκνό δάσος του όρους Τρόοδος. Όταν ο Βουτομίτης συνάντησε τον γέροντα, ταράχτηκε σαν τον είδε με τη μεγάλη γενειάδα και τα κουρελιασμένα ρούχα, αλλά πιο πολύ από τη συμπεριφορά του. Ο γέροντας μόλις αντίκρισε τον Δούκα στράφηκε να φύγει από κοντά του χωρίς να κάνει υπόκλιση, όπως συνηθιζόταν για εκείνα τα χρόνια. Η αντίδραση του Δούκα ήταν αστραπιαία. Κατέβηκε με μιας από το άλογο και με μανία άρχισε να φωνάζει και να χτυπά τον ευλαβή γέροντα αφήνοντας τον σε άσχημη κατάσταση. Ο δούλος Του Θεού σπαρακτικά του είπε τότε ότι μια μέρα ο Θεός θα του ανταποδώσει το κακό που έκανε, σε έναν ταπεινό άνθρωπο Του Θεού. 

 Φωτογραφία: Κυπρος Και Ελλαδα Μια Σελιδα Ενα Δεσιμο Μια Αγαπη

Το κακό δεν άργησε να έρθει και ο Δούκας αρρώστησε από ληθαργία. Ακίνητος και πονεμένος, θυμήθηκε τα λόγια του ασκητή και μετανιωμένος ζήτησε τη συγχώρεση Του Κυρίου και ετοιμάστηκε για να ξαναπάει στα βουνά και να ζητήσει συγχώρεση κι από το γέροντα. 

Η Χρυσοποίκιλτη Παναγία χάιδεψε στοργικά τον ευγενή γέροντα μέσα στο όνειρο του. Την είδε ο γέροντας Την Χρυσή Κυρία να του προμηνύει τον ερχομό του Δούκα στη σπηλιά την επόμενη ημέρα και πως θα του ζητήσει να τον συγχωρέσει. Η Παναγία του είπε πως ήρθε η ώρα να φτάσει η Εικόνα Της, από την Πόλη  στην Κύπρο και πως θα ΄πρεπε να γίνει το θέλημα Της κι ο γέροντας να το ζητήσει από το Δούκα να μεσολαβήσει στον αυτοκράτορα για να έλθει στην Κύπρο η πολύτιμη εικόνα! 
Κι έτσι κι έγινε. Ο Δούκας ζήτησε συγχώρεση από τον ασκητή. Μαζί συνοδοιπόροι στο ταξίδι για την Πόλη οι δύο άντρες ξεκίνησαν για να ζητήσουν από τον αυτοκράτορα Την Εικόνα Της Παναγίας. Ο αυτοκράτορας, όμως, τη φιλούσε σα θησαυρό. 
Στην Βασιλεύουσα ο γέροντας έμεινε σε ένα μοναστήρι ενώ ο Δούκας έμεινε στο παλάτι του αυτοκράτορα. Με προσπάθεια αλλά χωρίς να τα καταφέρει ο Δούκας άφηνε το χρόνο να κυλά και να μη ζητά την εικόνα από τον αυτοκράτορα, τότε ο γέροντας του ανακοίνωσε πως θα γυρίσει στην Κύπρο, βαθιά στενοχωρημένος δίχως τη Σεπτή εικόνα Της Παναγίας. Ο Δούκας βαθιά λυπημένος και αυτός έδωσε στο γέροντα δύο εικόνες η μια με το Χριστό και η άλλη με Την Αγία Τριάδα και τη φιλοξενία του Αβραάμ και στο κάτω μέρος αυτής Την Υπεραγία Θεοτόκο, τον Δούκα στα δεξιά Της ενώ αριστερά τον ασκητή γέροντα Ησαΐα.  
Σαν έφτασε ο γέροντας στην Κύπρο η Παναγία του φανερώθηκε σε όραμα λέγοντας του να μη λυπάται και πως σε λίγο καιρό η εικόνα Της θα βρίσκεται κοντά του. Παίρνοντας δύναμη από το όραμα ο γέροντας άρχισε να κτίζει την εκκλησία για να υποδεχτεί την Σεπτή εικόνα Της Παναγίας. 


Δεν άργησε πολύ να έρθει εκείνη η μέρα, αφού μετά από όραμα που είδε ο αυτοκράτορας μετά από αρρώστια της κόρης του αλλά και του ίδιου, παρόλο που σκέφτηκε να αγιογραφήσει μια άλλη πανομοιότυπη εικόνα και να στείλει, η Θεία επέμβαση τον έκανε να αλλάξει γνώμη. Έστειλε την Άγια Πάνσεπτο και Μεγαλοπρεπή εικόνα στην Μεγαλόνησο, στο μέρος που διάλεξε η Θεοτόκος με τιμές και σεβασμό, όπως άλλωστε αρμόζει σε μια βασίλισσα. Ταυτόχρονα προσφέροντας όλα τα έξοδα του μοναστηριού, ετοιμάστηκε ο περίτρανος Ναός, στο μοναστήρι του Κύκκου, που θα δεχόταν τη Θαυματουργή εικόνα. 
Το κορίτσι με το σταρένιο δέρμα και καστανά μαλλιά, είχε βαθιά λατρεία στο Θεό. Ταπεινή και υπάκουη, ευγενής και ευσεβής διαλέχτηκε από Τον Παντοκράτορα για να γίνει μητέρα Του Θεανθρώπου, μια μανούλα που χωράει στην αγκαλιά Της όλα τα πλάσματα Του Θεού. 

Η Παρθένος Μαρία ήταν σύμφωνα με ιστορικές πηγές 16 χρονών, όταν Άγγελος εξ ουρανού εμφανίστηκε για να της μεταφέρει το ευχάριστο γεγονός. 
Ο Φώτης Κόντογλου στο βιβλίο του «Παναγία και Υπεραγία», εξυμνεί Τη Θεοτόκο με τον δικό του μοναδικό τρόπο: 
«Το μελτέμι που φυσά τώρα τον Δεκαπενταύγουστο και δροσίζει τον κόσμο, τα δεντρικά που΄ναι φορτωμένα με λογής -λογής πωρικά, τα άγρια τα ρουμάνια, με τις αντρειωμένες βελανιδιές και με τα έλατα και με τα κέδρα, τα άσπρα σύννεφα που αρμενίζουνε στον γαλανό ουρανό, όλα είναι χαροποιά και μακάρια, όλα είναι ιλαρά από την γλυκύτητα Της Παναγίας. Στα πέλαγα ταξιδεύουνε λογής-λογής καράβια και καΐκια, πώ χουνε γραμμένο απάνω στο μάγουλο τους το γλυκύτατο το όνομα Της! Ω! Αληθινά δική μας είναι Η Παναγία, δικό μας το Ρόδον Το Αμάραντον!»
Από τα χείλη μας και μέσα από τα βάθη της ψυχής μας την προσφωνούμε με πολλά ονόματα. Και στην Κύπρο και στην Ελλάδα, τα τοπωνύμια που έχουν δοθεί στην Παναγία, προέρχονται με αφορμή πολλούς παράγοντες, όπως ο τρόπος με τον οποίο έχει αγιογραφηθεί η εικόνα Της, από το πόσο χρονολογικά παλιά είναι, από τον τρόπο και τον τόπο με τον οποίο θαυματουργικά βρέθηκε, από την εποχή του έτους, αλλά και από τη θεολογική σημασία της. 
Οι ποιητές μας, ο Παλαμάς, ο Άγγελος Σικελιανός, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Κώστας Βάρναλης, ο Παπαντωνίου, ο Πορφύρας, ο Δούρας, ο Ζερβός, ο Πετρίδης, ο Μοσχονάς, ο Στρατήγης και πολλοί άλλοι, λογοτέχνες όπως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμαντής,  την εξύμνησαν με το δικό τους τρόπο!

Στα δεινά του Κυπριακού λαού, στις δύσκολες στιγμές του Ελληνικού Έθνους, στους πονεμένους, στους άρρωστους, στους ξενιτεμένους, στους άπορους, την  κραυγή του πόνου, όλων αυτών την παίρνει η Παναγία και την κάνει δικό της πόνο και κλαίει κι αυτή!
Όλος ο μήνας Αύγουστος με τη μεγάλη γιορτή Της Παναγίας στα μέσα του, το Πάσχα του καλοκαιριού, όπως πολύ σωστά ονομάζεται, έχει χαρακτήρα Θεομητορικό. Έτσι οι ημέρες πριν τον εορτασμό ονομάζονται προεόρτιες και οι επόμενες μεθεόρτιες ως τον εορτασμό για τα εννιάμερα Της Παναγίας στις 23 Αυγούστου. Με διάταγμα του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου, η μνήμη Της Θεοτόκου εορταζόταν από την 1η έως και τις 31 Αυγούστου ημέρα κατά την οποία εορτάζεται η Κατάθεση Της Τιμίας Ζώνης Της Παναγίας. Ουσιαστικά πρόκειται για δύο εορτές ενιαίες αφού αναφέρονται στην  Πάνσεπτο   Θεοτόκο, η οποία ακόμη και μετά την Κοίμηση Της μας υπενθυμίζει τη Θεϊκή μορφή, την αγάπη και την προστασία Της μέσα από τα δικά της προσωπικά αντικείμενα.


Ονομάζεται Άγιο Όρος, γυναίκες δεν πατούν τον τόπο αυτό αλλά μόνο μια Βασίλισσα, το έχει σπίτι Της! Και την βλέπουν οι μοναχοί που περπατά στις αυλές των εκκλησιών, που θυμιατίζει και προσεύχεται στον Υιό Της. Στο Περιβόλι Της, φυλάσσονται πάνω από 20 θαυματουργές εικόνες, εξαιρετικά δείγματα Βυζαντινής Αγιογραφίας της Μακεδονικής και Κρητικής Σχολής.  Ο Ιερός τόπος της χερσονήσου του Άθω, είναι ευλογημένος από την Κυρά Παναγιά, την Πορταΐτισσα, τη Φοβερά Προστασία, την Οικονόμισσα, την Παραμυθία, την Ελαιοβρύτισσα, τη Βηματάρισσα, τη Γοργοεπήκοο, τη Γερόντισσα, τη Γλυκοφιλούσα, τη Γαλακτοτροφούσα, την Οδηγήτρια, την Παντάνασσα, τη Μυροβλύτισσα, την Επακούουσα κ.α. Είναι ο τόπος που ο μοναστικός βίος ξεκίνησε πριν από 1100 χρόνια, ο κλήρος και το Περιβόλι της Παναγίας, μια τοποθεσία που την ευλόγησε καθώς ταξίδευε με τον Ευαγγελιστή Λουκά για την Κύπρο και μεγάλη θύελλα δεν τους επέτρεψε να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Η Παναγία θαύμασε το ερημικό και ήσυχο μέρος σαν το αντίκρισε  κι ο Υιός Της το έδωσε για κείνη για να γίνει ο κλήρος και το περιβόλι Της. Το Άγιο Όρος έχει συμπεριληφθεί από το 1988 ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.  


Για πρώτη φορά η εορτή Της Κοιμήσεως Της Θεοτόκου εορτάστηκε στα Ιεροσόλυμα στις 15 Αυγούστου του 350μ.χ ενώ στην Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου που έλαβε χώρα το 431μ.χ η Παναγία προσφωνείται ως  Θεοτόκο. 
Ο πρώτος Ναός προς τιμήν της κτίστηκε από τη βαθιά θρησκευόμενη Ρωμαία Ικελία, στη θέση Κάθισμα των Ιεροσολύμων μεταξύ των ετών 417-458μ.χ. Εικάζεται από ορισμένους μελετητές ως έτος κτήσης και το έτος 130μ.χ.. Από εδώ πέρασε η Θεοτόκος και κάθισε για λίγο για να ξεκουραστεί, από εδώ πέρασαν και οι τρεις μάγοι μετά τη γέννηση Του Θεανθρώπου!
Ο αρχαιότερος Ναός Της Παναγίας στην Ευρώπη είναι η εκκλησία που έφτιαξε ο Πάπας Λυμπέριος. Σε αυτή φυλάσσεται η αρχαιότερη εικόνα Της Παναγίας. Πρόκειται για την τεράστια σε διαστάσεις εικόνα, ύψους 117εκ. και 79εκ. πλάτος, ζωγραφισμένη σε λεπτό τελάρο από κέδρο την  Παναγία την Οδηγήτρια, έργο Ορθόδοξου Έλληνα αγιογράφου. Την πολύτιμη αυτή εικόνα τη δώρισε η Αγία Ελένη στον Πάπα της Ρώμης.   
Στην Προχριστιανική Αθήνα φαίνεται πως ο πρώτος Ναός αφιερωμένος Στην Παναγία ήταν ο Παρθενώνας. Ο αφιερωμένος Ναός στη Θεά Αθηνά, στην αρχή έγινε Αγία Σοφία, η σοφία του Δημιουργού, μετά Αγία Μαρία αργότερα Μήτηρ Του Θεού και στη συνέχεια Παναγία η Αθηνιώτισσα, γεγονός που ορίστηκε από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο. Εικάζεται πως η εικόνα Της Παναγίας Της Αθηνιώτισσας του Παρθενώνα φυλάσσεται στην αρχαία Βαβυλώνα της Αιγύπτου στο Ναό Του Αγίου Γεωργίου. Πρόκειται για μια εικόνα ζωγραφισμένη με αρχαϊκό τρόπο η οποία παρουσιάζει Την Παναγία ολόσωμη φορώντας ένα μακρύ πράσινο χιτώνα και μαφόριο χρώματος πορφυρού, η οποία θεωρείται ότι αγιογραφήθηκε πριν από τον 4οαιμ.χ. 

Η Άγια εικόνα Της Παναγίας του Κύκκου, που ταξίδεψε από την Κωνσταντινούπολη κι έφτασε στην Κύπρο, με τιμές, σεβασμό και ευλάβεια των πιστών, είναι έργο του Απόστολου Λουκά. Εκπέμπει μοναδικότητα, δέος και συγκίνηση αν αναλογιστεί ο καθένας από εμάς την ιερότητα που την διακατέχει. Άλλες δύο εικόνες είναι ζωγραφισμένες με τον ίδιο τρόπο, η μια βρίσκεται στο Μεγάλο Σπήλαιο στα Καλάβρυτα, και η άλλη είναι η Παναγία Σουμελά του Πόντου. Η εικόνα Της Παναγίας του Κύκκου αγιογραφήθηκε επτά χρόνια μετά το θάνατο Του Κυρίου και μεταφέρθηκε από τον Απόστολο Λουκά στην Αίγυπτο, μετά την Κοίμηση Της Παναγίας. Εκεί οι Χριστιανοί που την προστάτευαν αναγκάστηκαν να την ρίξουν στη θάλασσα για να σωθεί από τους πειρατές.  Βυζαντινά σκάφη διέσωσαν την εικόνα όπου και τη μετέφεραν στη Βασιλεύουσα στο παλάτι του αυτοκράτορα Αλέξιου Κομνηνού.  
 Επικαλυμμένη με αργυρή και επίχρυση πλάκα, η Αγία εικόνα είναι σκεπασμένη με ύφασμα και θεωρείται ασέβεια αν κάποιος προσπαθήσει να το ανασηκώσει για να τη δει.  Η εικόνα ονομάζεται και η Παναγία η Ελεούσα. Είναι Δεξιοκρατούσα, ο Χριστός είναι στην αγκαλιά Της, παιδάκι,  με το ένα χέρι Της  κρατά το ένα χεράκι Του, ενώ το άλλο, ανασηκώνει ελαφρά το πέπλο που σκεπάζει το μαφόριο Της.
Η εικόνα είναι τοποθετημένη στο μέσο του εικονοστασίου αριστεράς της ωραίας πύλης και τρίτη στη σειρά, μέσα στο Καθολικό του Ναού. Ο χώρος του εικονοστασίου κατασκευάστηκε το 1755 και παρότι υπέστη μεγάλες καταστροφές από πυρκαγιές, ήταν θέλημα Θεού όλες οι εικόνες και οι αγιογραφίες του καθολικού, να παραμείνουν ανέγγιχτες. Οι αγιογραφίες είναι Βυζαντινής τέχνης και αξίζει να σημειωθεί ότι το τέμπλο και ορισμένες αγιογραφίες ακόμη είναι έργα του Κρητικής καταγωγής ζωγράφου Ιωάννη Κορνάρο (τέλη 18ου αιώνα)

Η Μονή είναι τρίκλιτη Βασιλική και Σταυροπηγιακή με τρούλο. Είναι μια από τρεις μεγαλύτερες εκκλησίες της Κύπρου και βρίσκεται στο δυτικό μέρος του όρους Τροόδους, στο όρος Όλυμπος. 
Κτίστηκε τον 11οαιμ.χ. και έχει υποστεί αρκετές καταστροφές από πυρκαγιές. Τις ξύλινες κατασκευές τις αντικατέστησε η πέτρα το έτος 1541μ.χ. Στους αιώνες που ακολούθησαν η Μονή καταστράφηκε από φωτιές άλλες δύο φορές, με αποτέλεσμα να χαθούν ανθρώπινες ζωές και κειμήλια, χειρόγραφα και έγγραφα μεγάλης αξίας.  
Το πετρόκτιστο Μοναστηριακό συγκρότημα φιλοξενεί γύρω από τη λιθόκτιστη αυλή, το Καθολικό που δίπλα του βρίσκεται το κωδωνοστάσιο το οποίο αποτελείται από 6 καμπάνες με τη μεγαλύτερη Ρωσικής κατασκευής να ζυγίζει 1280κιλά. Κοντά στο Καθολικό βρίσκεται και η αίθουσα με τη λειψανοθήκη Αγίων. Τα υπόλοιπα κτίρια είναι τα κελιών των μοναχών, το συνοδικό, το ηγουμενείο, το Μουσείο, η Βιβλιοθήκη.
Οι αίθουσες του μουσείου της Μονής Κύκκου, που άνοιξε τις πύλες του για το κοινό το έτος 1998, καινοτομούν στα αντικείμενα της συλλογής της οποίας διαθέτουν, αποδίδοντας έναν μοναδικό ρόλο μεγάλης σπουδαιότητας στη Μονή. Αλληλουχία συνοδεύει το εκθεσιακό υλικό ενώ παρουσιάζει τα άμφια, τα ιερά σκεύη, τα πολύτιμα χειρόγραφα, το σκευοφυλάκιο, εικόνες, Βυζαντινά και Οθωμανικά νομίσματα, όλα σωστά τακτοποιημένα με μεράκι και κόπους από τους μοναχούς με αποτέλεσμα το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στο κοινό που επισκέπτεται και αυτόν τον χώρο λατρείας της Ιεράς Μονής. Μια από τις τελευταίες συλλογές του μουσείου αφορά το κυπριακό αγγείο πρόχους της Ύστερης εποχής του Χαλκού. Το αγγείο δωρίστηκε και φιλοξενείται στο μουσείο, στη χώρα καταγωγής του, από  τον συλλέκτη Ντέιβιντ Τζόνσον.

&