Κυπριακά παραδοσιακά παραμύθια
Για μικρούς και μεγάλους!
Τα κυπριακά παραμύθια, όσα χρόνια και να περάσουν, θα είναι πάντα επίκαιρα και ενδιαφέροντα. Με το πέρασμα του χρόνου όμως τείνουν να ξεχαστούν γι'αυτό θα ήταν καλό να συνεχίζουμε να τα διαιωνίζουμε και να τα μεταφέρουμε από γενιά σε γενιά ώστε να μην χαθεί η πολιτιστική μας κληρονομιά, η οποία είναι τεράστια.
Αρκετά κυπριακά παραμύθια, χρόνια πριν, έχουν μεταφερθεί από τον προφορικό λόγο ενώ αρκετά υπάρχουν πλέον και σε γραπτό λόγο.
Πιο κάτω, σας παραθέτω περιληπτικά, κάποια κυπριακά παραμύθια τα οποία αφορούν μικρούς αλλά και μεγάλους με πολύ όμορφα και σημαντικά διδάγματα για όλες τις ηλικίες. Άλλωστε, η διαχρονικότητα των παραμυθιών οφείλεται πολύ συχνά και στα δίδαγματα που προσφέρουν γι'αυτό και είναι πολύ σημαντικά ειδικά στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Διαχρονικά παραμύθια, απλά και κυπριακά!
1. Ο Σπανός τζιαι οι Σαράντα Δράκοι
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας άνθρωπος που τον έλεγαν Σπανό και που όλοι τον θεωρούσαν έξυπνο και δυνατό. Το χωριό του, στο μεταξύ, βασανιζόταν από σοβαρή έλλειψη νερού. Οι χωρικοί χρειάζονταν απαραιτήτως το νερό για να πίνουν, να μαγειρεύουν όπως επίσης και για να πλένονται, να καθαρίζουν τα σπίτια τους και να ποτίζουν τα περιβόλια τους. Ένα απόγευμα, οι χωρικοί παρακάλεσαν τον Σπανό να σκοτώσουν τους 40 δράκους που δεν άφηναν το νερό να τρέξει από την πηγή του χωριού. Κι ο Σπανός έτσι κι έκανε. Πήρε το δρόμο για να βρει τους δράκους κι αφού πέρασε από πολλές δοκιμασίες, τους νίκησε. Ό,τι κατάφερε, πάντως, το κατάφερε σίγουρα με το μυαλό του!
2. Ο Διγενής Ακρίτας, η Ρήγαινα και το νερό
Κάποτε ζούσε στην Κύπρο ένα παλικάρι που το έλεγαν Διγενή Ακρίτα. Μια μέρα άκουσε να μιλούν για τη βασίλισσα της Πάφου και θέλησε να την συναντήσει. Μόλις την αντίκρισε, την ερωτεύτηκε και της ζήτησε να τον παντρευτεί. Εκείνη του απάντησε πως θα δεχόταν να τον παντρευτεί μόνο εάν της έφερνε νερό από τον Πενταδάκτυλο και πλημμύριζε την περιοχή της Πάφου. Ο Διγενής έκανε πράξη την επιθυμία της Ρήγαινας. Αλλά, αυτή που δεν ήθελε να παντρευτεί στα αλήθεια το Διγενή, μπήκε κρυφά σε ένα καράβι για να αποπλεύσει για τη Ρόδο. Μόλις ο Διγενής, είδε το καράβι της να αποπλέει, άρπαξε ένα μεγάλο βράχο, τον έριξε επάνω στο καράβι και το τσάκισε. Η Ρήγαινα κατάφερε να σωθεί γιατί είχε μάνα νεράιδα. Από το ρίξιμο όμως του βράχου ταράχτηκε η θάλασσα και τότε ξύπνησε από το βαθύ λήθαργό του ο Άρχοντας της Θάλασσας. Θυμωμένος που τον ξύπνησαν, μόλις αντίκρυσε μπροστά του τη Ρήγαινα την μεταμόρφωσε
χωρίς δεύτερη σκέψη σε βράχο μέσα στη θάλασσα, τη γνωστή σε όλους μας "Πέτρα του Ρωμιού".
3. Επήαν και τ' αυκά και το καλάθιν
Μιαν βολάν κ' έναν καιρόν είχεν έναν κοπελλούιν κι αγγιόστην* δκυό σελίνια. Εκράτεν τα κάμποσες ημέρες κ' εσκέφτετουν είντα να τα κάμη. Να τα φυλάξη έσσω;* Αν του τα κλέψουν; Να τα παίξη κουμάριν* να τα πολλύνη; Αν του τα πάρουν; Σκέφτου-σκέφτου, αποφάσισεν ν' αγοράση τίποτε, να το πουλήση, να τα πολλύνη. Εγόρασεν αυκά*.Εγέμωσεν ένα καλάθιν, επήεν στην Χώραν,* επούλησέν τα και κείνα κ' εκέρτισεν κι άλλα. Τε, τε,* επόλλυνεν τα σελίνια. Εγινήκαν δκυό λίρες. Μιαν ημέραν εγέμωσεν το καλάθιν του αυκά κ' ελάμνησε* που το Δάλιν* να πά΄στην Χώραν. Άμαν έφτασεν στον Αλυκόν* ηύρεν τον κατσασμένον.* Εσκέφτην να κάτση νάκκου* να πνάση* ώστοι να κάτση λλίον ο ποταμός να μπορήση να ρέξη.* Έβαλεν το καλάθιν χαμαί κ΄έκατσεν πα΄στην πέτραν. Σαν εκάθετον έπκιασέν τον η συλλοή. Ελάλεν ΄που μέσα του «Έτσι που πάω, εννά κερτίσω πολλά ριάλια. Άμαν κερτίσω άλλα λλία, να γοράσω έναν γαούριν να μεν τυραννιούμαι μέσ΄στες στράτες. Άμαν τα πολλύνω κι άλλον, να πουλήσω το γαούριν να γοράσω μούλαν, κ΄ύστερα να πουλήσω την μούλαν να γοράσω άππαρον*, να περνώ ππασιάς. Να πααίνω στον καβενέν να βάλλω τό΄ναν πόϊν πα΄στ΄άλλον, έτο* έτσι.» Την ώραν που σήκωσεν το πόϊν του νκρίζει* του καλαθκιού, εποκουππίστην* μέσ΄τον ποταμόν κ' έπαιρνέν το το νερόν. Ήτουν να σκάση ΄που το μαράζιν του. Κείνην την ώραν έφτασεν κειαμαί ένας που τον έξερεν κι αρώτησεν τον είντα ΄παθεν κ΄ εν΄μαραζωμένος. Με δκυό χείλη καμένα λαλεί του: «Επήαν και τ' αυκά και το καλάθιν».
Γλωσσάρι κυπριακής διαλέκτου του πιο πάνω παραμυθιού
αγγιόστην = απόκτησε, έσσω = μέσα στο σπίτι, κουμάριν = στα χαρτιά, πολλύνη = πληθύνη, αυκά= αυγά, Χώρα = Λευκωσία, τε, τε = σιγά, σιγά, ελάμνησε = ξεκίνησε, Δάλιν = χωριό στην επαρχία Λευκωσίας, Αλυκός = παραπόταμος του ποταμού Γιαλιά, κατσασμένον = φουσκωμένο ή ανεβασμένο, νάκκου = λίγο, πνάση= ξεκουραστεί, ρέξη = περάσει, άππαρος = άλογο, έτο = νά, νκρίζει = αγγίζει ή σπρώχνει, εποκουππίστην = αναποδογύρισε.
Τέλος, με μεγάλη χαρά, σας παρουσιάζω σε βίντεο ένα ακόμα κυπριακό παραμύθι το οποίο αφηγούνται παιδιά του Δημοτικού!
Πηγές : teacher-d.blogspot.com.cy και ellinwnparadosi.blogspot.com.cy