Αγία Σοφιά

Αγία Σοφιά

Η Αγία Σοφία υπήρξε ένα από τον από το θρυλικότερα σύμβολα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της

Ο ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας είναι από τα μεγαλύτερα και ωραιότερα βυζαντινά δημιουργήματα. Η ιστορία της Μεγάλης εκκλησίας της Αγίας Σοφίας ξεκίνα με τον αυτοκράτορα Μέγα Κωνσταντίνου, ο οποίος το 324 άρχισε να χτίζει την Κωνσταντινούπολη για να γίνει νέα πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το σχέδιο του περιλαμβάνε και την ανέγερση παλαιών μεγαλοπρεπών χριστιανικών ναών.

Ξεκίνησε να χτίζει δίπλα στο ανάκτορο του ένα εντυπωσιακό ναό, αφιερωμένο στην Σοφία του Θεού. Η εκκλησία ολοκληρώθηκε μόλις το 360 από τον γιο του και διάδοχό του Κωνσταντίνου Β’. Μεταξύ των ετών 404 και 415 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β’ φρόντισε για σημαντικές αλλαγές και βελτιώσεις στην κατασκευή. Το 532, στην διάρκεια της Στάσης του Νίκα, το επαναστατημένο πλήθος έβαλε φωτιά στο ναό της Αγίας Σοφίας, ο όποιος κάηκε. 



Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ανέλαβε να ξαναχτίσει την εκκλησία από την αρχή, κάνοντας την ακόμη πιο λαμπρή. Για το λόγο αυτό ξόδεψε τεράστια ποσά και ενεργοποίησε όλους τους μηχανισμούς του Κράτους ώστε το έργο του να ολοκληρωθεί όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Τον σχεδιασμό του κτιρίου την ανέθεσε σε δύο φυσικούς, φημισμένους επιστήμονες της εποχής, τον Ανθέμιο και τον Ισίδωρο, οι οποίοι όμως δεν ήταν επαγγελματίες αρχιτέκτονες αλλά θεωρητικοί της φυσικής και των μαθηματικών. Και οι δύο είχαν γράψει μελέτες σχετικά με τα στερεά σώματα και τον σχεδιασμό κτιρίων. Στην πράξη, κανένας από τους δύο δεν είχε εμπειρία στην κατασκευή κτιρίων. Στο γεγονός αυτό οφείλεται ο υπερβολικά τολμηρός χαρακτήρας του έργου αλλά και τα ελαττώματα στην κατασκευή. Το αποτέλεσμα ήταν μία τεράστια τρίκλιτη βασιλική με πολύ μεγαλύτερο μεσαίο κλίτος, σε σύγκριση με τα δύο πλάγια.

Το μεσαίο αυτό κλίτος είναι ένας πολύ μεγάλος ενιαίος χώρος, ο οποίος φωτίζεται με πολλά παράθυρα στους πλάγιους τοίχους και στη βάση του μεγάλου τρούλου. Η μορφή του εσωτερικού χώρου που προέκυψε ήταν εντελώς πρωτότυπη καθώς η κάτοψη πήρε το σχήμα τετραγώνου, αν και ακολούθησε τον τύπο βασιλικής που κατά κανόνα ήταν μακρόστενη. Εντυπωσιακό στοιχείο της κατασκευής είναι ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρονται το βάρος του γιγάντιου τρούλου σταδιακά προς το εξωτερικό τείχος και εξωτερικά στηρίγματα. Το έργο ολοκληρώθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 537 και εγκαινιάστηκε από τον Ιουστινιανό με κάθε μεγαλοπρέπεια.

Η επιβλητικότητα του εσωτερικού χώρου τονίζεται επίσης και από την αφθονία και πολυτέλεια των υλικών. Το έργο του Ανθένιου και του Ισιδωρου όσο φιλόδοξοι και να ήταν, παρουσιάζει από την αρχή αδυναμίες στη στήριξη του τρούλου. Ο αρχικός τρούλος,  ο οποίος πρέπει να ήταν αρκετά χαμηλός, κατέρρευσε το 558 και χρειάστηκε να κατασκευαστεί ένας πιο λεπτός και πιο ψηλός, που ολοκληρώθηκε το 563. Το 989 έπεσε ένα μέρος από το νέο τρούλο. Τις επισκευές τότε ανέλαβε ένας φημισμένος Αρμένιος αρχιτέκτονας της εποχής, ο Τιραδάτης. Όταν η Κωνσταντινούπολη καταλήφθηκε από τους Φράγκους το 1204 η Αγία Σοφία μετατράπηκε σε καθολικό ναό. Το 1261, όταν την πόλη κυρίευσαν και πάλι βυζαντινοί αυτοκράτορας ο Μιχαήλ Παλαιολόγος φρόντισε ώστε ο ναός να γίνει πάλι ορθόδοξος.


Η διακόσμηση της Αγίας Σοφίας αποτελείται από έργα που προστέθηκαν σε διαδοχικές φάσεις στη διάρκεια των 1000 χρόνων. Σήμερα ένας επισκέπτης δεν μπορεί να δει όλα τα ψηφιδωτά καθώς το μεγαλύτερο μέρος τους είναι καλυμμένο με κίτρινη μπογιά, που τοποθετήθηκε από τους οθωμανούς, προκειμένου να καλυφθούν οι μορφές των Αγίων. Έτσι, τα όσα ψηφιδωτά δεν είναι ορατά, είναι γνωστά κυρίως από τις καταγραφές που σημειώθηκαν στη διάρκεια συντηρήσεων των και μελετών του 19ου και 20ου αιώνα.

Η Αγία Σοφία υπήρξε ένα από τον από το θρυλικότερα σύμβολα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της. Ήταν αυτοκρατορικός ναός, χώρος στον οποίο τελούνταν οι στέψεις των αυτοκρατόρων και πραγματοποιούνταν πανηγυρικές εκδηλώσεις. Παράλληλα, ήταν έδρα του πατριαρχικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Οι βυζαντινοί συγγραφείς εξέφρασαν τον θαυμασμό τους για το μνημείο σε πολλά κείμενα. Το μεγαλείο της Αγίας Σοφίας εξυπηρετούσε απόλυτα τις βιολογικές ανάγκες και των Οθωμανών, όταν έγιναν κύριοι της Κωνσταντινούπολης το 1453. Με εντολή του σουλτάνου Μωάμεθ Β’ η μεγάλη εκκλησία μετατράπηκε σε τζαμί για να συμβολίζει το οθωμανικό θρίαμβο επί της ένδοξης βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η μετατροπή αυτή περιλαμβάνει αρκετές ριζικές αλλαγές ώστε το κτίριο να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της ισλαμικής λατρείας. Τέσσερις μεγάλες ασπίδες με απόσπασμα από το Κοράνι, το ιερό βιβλίο του Ισλάμ, κρεμάστηκαν στους πεσσούς, ενώ η αψίδα του Ιερού διαμορφώθηκε ώστε να είναι στραμμένη προς την Μέκκα, ιερή πόλη των μουσουλμάνων.


Ακόμα και μετά από το 1453 η Αγία Σοφία εξακολουθούσε να προκαλεί το θαυμασμό της Δυτικής Ευρώπης, όπως φαίνεται από τα κείμενα των Ευρωπαίων περιηγητών που την περιγράφουν με λεπτομέρεια. Έτσι ο θρύλος της μεγάλης εκκλησίας διατηρήθηκε ζωντανός και στη Δύση.