Όσιος Αλέξιος

Όσιος Αλέξιος

Ο Άγιος του θεού

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τη χρονική περίοδο που κυβερνούσε ο αυτοκράτορας Αρκάδιος (395-408 μ.Χ.) και ο Ονώριος Ὁ πατέρας του Ευφημιανὸς ήταν φιλόπτωχος ώστε καθημερινά έβαζε τρία τραπέζια φαγητό στο σπίτι του, ένα για τα ορφανά, ένα για τις χήρες και ένα για τους ξένους που ήταν φτωχοί. Ἡ μητέρα του ονομαζόταν Ἀγλαΐς καὶ ήταν άτεκνη. Προσεύχονταν στο Θεό να τους χαρίσει ένα παιδί και εκείνος τους χάρισε ένα γιο.

Όταν το παιδί τους έφτασε σε ηλικία γάμου τον στεφάνωσαν με μία κοπέλα που καταγόταν από βασιλικὴ και ευγενική γενιά. Όμως εκείνος το ίδιο κιόλας βράδυ την εγκατέλειψε . Παίρνοντας  πολλά χρήματα από τα πλούτη του έφυγε για τη Λαοδικία της Συρίας και για την Ἔδεσσα της Μεσοποταμίας.

Στα μέρη εκείνα μοίρασε τα χρήματα και τα ρούχα του στους φτωχούς, και έτσι, αφού ντύθηκε με κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα, κάθισε στο νάρθηκα του ναού  της Υπεραγίας Θεοτόκου σαν να ήταν ένας φτωχός άνθρωπος. Προτίμησε με αυτό τον τρόπο να ζει με τη νηστεία όλη την εβδομάδα και στη συνέχεια να μεταλαμβάνει των Ἀχράντων Μυστηρίων κάθε Κυριακή, ενώ μόνο τότε έτρωγε λίγο άρτο και έπινε λίγο νερό.

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος για δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια παρέμεινε στα νάρθηκα του ναού της Θεοτόκου και δοξάζοντας και ευχαριστώντας τον Θεό. Και μία νύχτα ἡ Θεοτόκος παρουσιάστηκε στον προσμονάριο του ναού σε όνειρο ζητώντας να του φέρει μέσα στο ναό τον άνθρωπο του  Θεού. Τότε ο προσμονάριος, αφού βγήκε από το ναό και δεν βρήκε κανένα  παρὰ μόνο τον  Ἀλέξιο, δεήθηκε στη Θεοτόκο να του  υποδείξει τον άνθρωπο, όπως και έγινε. Τότε πήρε από  τον Ὅσιο Ἀλέξιο και τον εισήγαγε στο ναὸ με κάθε τιμή και μεγαλοπρέπεια.

Αυτό έγινε γνωστό στην πόλη, κι όλοι έτρεχαν για να δουν το φτωχό ζητιάνο. Τότε ο Αλέξιος, για να  μπορέσει να γλυτώσει από τον κόσμο, έφυγε πάλι και χάθηκε. Μπήκε σ’ ένα πλοίο για να πάει στην Ταρσό, μα η τρικυμία, που σηκώθηκε στη θάλασσα, παρέσυρε το πλοίο και το έφερε στις ακτές της Ιταλίας. Έτσι ο Αλέξιος, βρίσκεται ξανά στη Ρώμη. Μια μέρα συναντά στο δρόμο τον πατέρα του. Χωρίς να τον αναγνωρίσει ο Αλέξιος του ζητάει να μείνει σε μια γωνιά του αρχοντικού του. Ο πατέρας, πονεμένος που είχε χάσει το παιδί του, δεν του αρνήθηκε. Τον έβαλε λοιπόν να μείνει σ’ ένα μικρό δωμάτιο κάτω από τη σκάλα του σπιτιού του και τον παρακάλεσε να προσεύχεται για το γυρισμό του χαμένου παιδιού του.

Δεκαεπτά  ολόκληρα χρόνια έμεινε ο άγιος Αλέξιος κάτω από τη σκάλα του πατρικού του σπιτιού. Ο θεός του φανέρωσε την ώρα που θα πεθάνει  και του ζήτησε  ε να γράψει σ’ ένα χαρτί το όνομά του Τη στιγμή που οι γονείς του  τον βρήκαν νεκρό, διάβασαν στο χαρτί που κρατούσε στα χέρια του· «Εγώ είμαι το παιδί σας ο Αλέξιος»!

Εορτάζει στις 17 Μαρτίου κάθε έτους.