Monday 13/09/2021
Τσιούτης: Να αποφασίσουμε ως κοινωνία για τη συνέχεια
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
«Τα δεδομένα αλλάζουν και οι αποφάσεις και πολιτικές οφείλουν να είναι ευέλικτες και να προσαρμόζονται στις εξελίξεις, να αποφεύγονται προστριβές, προσωπικές φιλοδοξίες και δογματισμοί», τονίζει ο επικεφαλής της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, επίκουρος καθηγητής παθολογίας Κωνσταντίνος Τσιούτης, στέλνοντας μηνύματα σε πολλούς αποδέκτες. Υπογραμμίζει ότι, «τους τελευταίους μήνες παρατηρούμε ότι έχει αρχίσει να διεξάγεται διάλογος με τους κοινωνικούς φορείς» και σημειώνει πως «από εδώ και πέρα, πρέπει να αποφασίσουμε ως κοινωνία για τη συνέχεια, και ως κοινωνία, πρέπει να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε υποχωρήσεις αν χρειαστεί, αφού πρώτα θέσουμε όλοι μαζί και ο καθένας μέσα του, τις προτεραιότητές μας».
«Να παραδεχόμαστε αυτά που δεν ξέρουμε ή αυτά που μαθαίνουμε στην πορεία, Να προετοιμαστούμε όλοι μαζί για τη συνέχεια της πανδημίας» αναφέρει σε δηλώσεις του στον «Φ», επισημαίνοντας ταυτόχρονα, ότι σε σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας, «οι προσωπικές μου απόψεις ήταν πάντα γνωστές και δεν διστάζω και δεν θα διστάσω, να τις παραθέτω δημόσια όποτε αυτό καταστεί αναγκαίο».
Το μήνυμα του προς την κοινωνία σαφές: «Επειδή είναι δύσκολο να προβλέψουμε τη συνέχεια σε ό,τι αφορά την πορεία της πανδημίας, πρέπει να έχουμε όλοι υπόψη μας ότι ενδεχομένως να βρεθούμε και πάλι μπροστά σε διλήμματα και να υποχρεωθούμε να πάρουμε αποφάσεις που κανένας μας δεν θέλει. Για αυτό, πρέπει να υπάρχει συλλογικότητα. Για αυτό και τονίζω και καλώ και τους συμπολίτες μου να συμπορευθούν μαζί μας και να κατανοήσουν ότι πρέπει όλοι να φερθούμε με σύνεση, ο καθένας από τη δική του θέση. Πρέπει από σήμερα, όλοι μας, να βάλουμε σε σειρά προτεραιότητας, τους χώρους, τις ομάδες, τις δραστηριότητες που έχουν σημασία για εμάς ως κοινωνία. Τα σχολεία; Η ψυχοκοινωνική ανάπτυξη των παιδιών μας; Τα πανεπιστήμια; Η διασκέδαση των ενηλίκων; Η εστίαση; Η άθληση; Τα γήπεδα; Ο τουρισμός; Το λιανικό εμπόριο; Η διά ζώσης εργασία; Οι δια ζώσης συναντήσεις και τα συνέδρια;»
Αναλύοντας την φάση στην οποία σήμερα βρίσκεται η πανδημία, ο κ. Τσιούτης εξηγεί ότι «η πρόσφατη αυτή έξαρση μας έδειξε ότι, αν υπάρχει θέληση και σωστός προγραμματισμός, βάσει δεδομένων και όχι βάσει άλλων κριτηρίων, μπορούμε να διαμορφώσουμε την πορεία της πανδημίας. Αρκεί να θέσουμε τις ορθές προτεραιότητες και να καταλάβουμε ότι, ακόμα κι αν η πολιτεία σε κάποιες περιπτώσεις στο παρελθόν το αγνόησε, και μερίδα της κοινωνίας το αμφισβητεί, η επιστήμη μπορεί να βοηθήσει και να καθοδηγήσει με ορθολογικό τρόπο τις αποφάσεις για ασφαλή και λειτουργική καθημερινότητα, επιτρέποντας στην κοινωνία και στην οικονομία να λειτουργούν».
Τα δεδομένα σήμερα, λέει, είναι συγκεκριμένα:
- Επανεκκινεί η εκπαίδευση.
- Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και κυρίως τα παιδιά μας, έχουν πληγεί ήδη για δύο συνεχόμενες εκπαιδευτικές χρονιές, ειδικά σε κάποιες βαθμίδες της εκπαίδευσης, και ως αποτέλεσμα όλων των περιορισμών που είχαν επιβληθεί, έχει πληγεί σημαντικά η υγεία και ανάπτυξη των παιδιών μας. Παράλληλα έχει πληγεί, αν και σε μικρότερο βαθμό, η τριτοβάθμια εκπαίδευση και η έρευνα.
- Είναι Σεπτέμβριος και όλοι επιστρέφουμε στην εργασία μας. Οι εικόνες στους δρόμους την εβδομάδα που πέρασε, σε συνδυασμό με τα πρόσφατα διατάγματα, μας αφήνει να καταλάβουμε ότι η εξ αποστάσεως εργασία έχει μάλλον καταργηθεί σχεδόν στο σύνολό της.
- Μπορεί όχι αυτή τη στιγμή, αλλά σε μερικές εβδομάδες, θα πέσουν οι θερμοκρασίες και οι κοινωνικές συναθροίσεις, ειδικά σε κάποιες περιοχές και κάποιες ώρες της ημέρας, θα αρχίσουν να στρέφονται σε εσωτερικούς χώρους, αυξάνοντας έτσι τις στενές επαφές και το συνωστισμό.
- Επανεκκινούν οι αθλητικές διοργανώσεις, που αναπόφευκτα θα αυξήσουν τις στενές επαφές, τόσο των φιλάθλων όσο και των ίδιων των αθλητών.
Μαζί με αυτά, «το στέλεχος Δέλτα, ένα δυστυχώς για εμάς, πολύ «επιτυχημένο» στέλεχος που μεταδίδεται πολύ ταχύτερα σε σχέση με άλλα στελέχη και εκτιμώμενο αριθμό παραγωγής μεταξύ 6 και 8, είναι το επικρατών στέλεχος στη χώρα μας και στο μεγαλύτερο μέρος της υφηλίου».
Και ποιο το αποτέλεσμα; «Ο αριθμός των συνανθρώπων μας στα νοσοκομεία παραμένει υψηλός (περισσότεροι από 120-130), καθημερινά χάνουμε συμπολίτες μας λόγω COVID19, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός μεταδόσεων καθημερινά, όπως και μεγάλος αριθμός ατόμων που αν κολλήσουν, θα χρειαστούν νοσοκομείο».
Επιπρόσθετα, επισημαίνει, η εμβολιαστική κάλυψη «προχωρά πολύ αργά, κάτι το οποίο άλλωστε είναι λογικό, αφού αναμενόταν ότι το τελευταίο 20-30% του πληθυσμού θα είχε σοβαρούς ενδοιασμούς, θα δίσταζε, ή θα αρνούνταν να εμβολιαστεί και βάσει αυτού πρέπει να αναζητήσουμε κι άλλες λύσεις για να προστατευθούμε. Ποιες είναι αυτές οι λύσεις: μεταξύ άλλων, τα ατομικά μέτρα προστασίας».
«Θα ήταν εύκολο να μπούμε και πάλι, αν χρειαστεί, στην επώδυνη διαδικασία των μέτρων και περιορισμών. Όμως και οι δικές μου θέσεις είναι γνωστές, υπάρχουν και άλλες πάρα πολύ σημαντικές παράμετροι: ο κόσμος έχει κουραστεί από τις αντιφατικές και απόλυτες δηλώσεις επιστημόνων, πολιτικών και δημόσιων λειτουργών, τις αβάσιμες και κενές περιεχομένου προβλέψεις (πχ.περί ανοσίας αγέλης, τέλους πανδημίας, ποσοστού εμβολιαστικής κάλυψης), τους πομπώδεις και τρομολαγνικούς τίτλους που στοχεύουν στην προσέλκυση αναγνωστών και όχι στη μετάδοση ουσιαστικών ειδήσεων, τους αλλεπάληλους περιορισμούς (είτε πρόκειται για lockdown, κλειστούς χώρους, περιορισμούς στον αριθμό ατόμων, safepass, κτλ)».
Για αυτό, «θεωρώ και τονίζω ότι όλοι ανεξαιρέτως, ως μέλη αυτού του κοινωνικού συνόλου, καλούμαστε να φερθούμε ώριμα, να κοιτάξουμε τα δεδομένα μας όπως πραγματικά είναι, να συνεργαστούμε και να αποφύγουμε τους διχασμούς».
«Στη λήψη αποφάσεων, χρειάζεται η συμβολή όλων. Αυτή είναι η φιλοσοφία που πρέπει να ακολουθήσουμε όλοι για τη συνέχεια εάν χρειαστεί και όταν λέω όλοι εννοώ εμάς του επιστήμονες, την Κυβέρνηση αλλά και τους πολίτες. Τους τελευταίους λίγους μήνες, παρατηρούμε με ευχαρίστηση ότι στις διαδικασίες αυτές συμμετέχουν μέσω συζήτησης εκπρόσωποι όλων των εμπλεκομένων. Η δημόσια αυτή συζήτηση, πρέπει να προσανατολιστεί σε συγκεκριμένους στόχους (υγεία, λειτουργία) και με χρονοδιάγραμμα (άμεσοι στόχοι, μεσοπρόθεσμοι στόχοι τους επόμενους μήνες).
Για να ξέρουμε και να καταλαβαίνουμε τα δεδομένα μας, χρειάζεται τακτική και έγκαιρη καταγραφή, ανάλυση και παρουσίαση στοιχείων, τα οποία να ανανεώνονται βάσει των αναγκών μας και να είναι δημόσια διαθέσιμα ούτως ώστε να μην υπάρχει χώρος για αμφισβήτηση. Στοιχεία πρέπει να συμπεριλαμβάνουν επιδημιολογικούς δείκτες, δείκτες υγείας και νοσηλειών, βαρύτητας νόσου, εμβολιαστικής κάλυψης και ανά ομάδα (πχ.νοσηλευόμενοι, θάνατοι, ΜΕΘ), στοιχεία φαρμακοεπαγρύπνισης (αριθμός, ποσοστό και ποιες σοβαρές παρενέργειες), και άλλα που μπορεί να χρειαζόμαστε στην πορεία (όπως είπαμε, η πανδημία αλλάζει φάσεις και ανάλογα πρέπει να αλλάζει και η επιτήρηση)».
Σήμερα λοιπόν, «καλούμαστε να αναγνωρίσουμε τα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου που διανύουμε, να τα κατανοήσουμε και να καταρτίσουμε ένα πλάνο διαχείρισης που να επιτρέπει σε όλους τους τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας να λειτουργούν με ασφαλή τρόπο. Καλούμαστε να αποφασίσουμε ως κοινωνία, με σοφία και συλλογικά, και να βάλουμε προτεραιότητες στις δραστηριότητες, στους χώρους και στις ομάδες του πληθυσμού μας που πρέπει να στηρίξουμε.
Τα σχολεία πρέπει να μείνουν ανοιχτά
«Τα σχολεία πρέπει να παραμείνουν ανοικτά και η κοινωνία πρέπει να είναι έτοιμη να κάνει υποχωρήσεις για να τα στηρίξει. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι σχεδόν δύο χρόνια μετά, αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η διαφύλαξη της υγείας των παιδιών μας. Και υγεία δεν σημαίνει μόνο να μην κολλήσουν κορωνοϊό, αλλά να το δούμε όσο πιο σφαιρικά γίνεται. Σε αυτές τις ηλικίες, υγεία σημαίνει μείωση του μεταβολικού κινδύνου, μείωση του ψυχολογικού στρες, υποστήριξη της ψυχοκοινωνικής ανάπτυξης, ενθάρρυνση της κοινωνικοποίησης, έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση άλλων προβλημάτων υγείας. Δεν είμαι παιδίατρος και κάθε ηλικιακή ομάδα έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και ανάγκες, αλλά αυτά τα παιδιά, είναι οι άνθρωποι που θα αποτελέσουν τους αυριανούς ενεργούς πολίτες και τους αυριανούς ηγέτες της χώρας μας. Εάν θέλουμε αυτά τα παιδιά να μάθουν από τα δικά μας λάθη και να τους μεταβιβάσουμε τη σοφία που θα έχουμε αποκομίσει από την πανδημία, πρέπει να βάλουμε την εκπαίδευση τους ως προτεραιότητα μας από ‘δώ και πέρα. Αυτό σημαίνει ότι, ως κράτος και ως κοινωνία, επιβάλλεται να είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε κάποιες δικές μας προτεραιότητες, να περιορίσουμε κάποιους χώρους και κάποιες λειτουργίες (συμπεριλαμβανομένης της υψηλού ποσοστού παρουσίας φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς, λυπάμαι να παρατηρήσω ότι, κάποιοι θα έπρεπε πλέον να είχαν επιδείξει όχι μόνο την απαραίτητη τεχνογνωσία αλλά και τη σωφροσύνη να εκμεταλλευτούν εναλλακτικές μεθόδους διδασκαλίας προκειμένου να μην δούμε τα φαινόμενα του Ιουνίου όπου η ηλικιακή ομάδα των φοιτητών κατεύθυνε την έξαρση αυτή), προκειμένου να δώσουμε στα παιδιά αυτής της χώρας αυτό που τους στερήσαμε τόσο καιρό, που δεν είναι άλλο από την ελεύθερη εκπαίδευση και κοινωνικοποίηση και απαλλαγή από το στρες και τη στοχοποίηση».
ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ, ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
Ο Κ. Τσιούτης τονίζει πως: «Πρέπει να βάλουμε σε προτεραιότητα, ως Πολιτεία αλλά και ως κοινωνία, το τι σημαίνει για εμάς προστασία της υγείας και της ζωής.
-Σημαίνει ότι θα δεχτούμε τις καθημερινές μεταδόσεις, τις καθημερινές νοσηλείες και τους καθημερινούς θανάτους που βλέπουμε σήμερα;
-Μήπως ήρθε η ώρα να καταλάβουμε ότι, όλες οι ζωές μετράνε το ίδιο, ανεξαρτήτως ηλικίας, προσωπικών απόψεων και πιστεύω, ή άλλων στάσεων στη ζωή;
-Η πανδημία COVID19 δεν είναι μόνο κρίση υγείας, είναι και κρίση ανθρωπισμού.
-Για κάθε ζωή που χάνεται, ειδικά από ένα αίτιο που θα μπορούσε να είχε αποτραπεί (είτε με τον εμβολιασμό, είτε με τα ατομικά μέτρα προστασίας), υπάρχουν άνθρωποι που επηρεάζονται, που θρηνούν, και ένα κομμάτι της κοινωνίας πλήττεται ανεπανόρθωτα.
-Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε για τον εαυτό μας, είναι να αναγνωρίσουμε τον ανθρωπισμό που έχουμε μέσα μας και να επαναφέρουμε την αλληλεγγύη.
Ο στόχος όλων μας είναι ένας: η προστασία της υγείας μας, η προστασία της ζωής. Το ζήτημα είναι, να βρούμε τον τρόπο που διατηρήσουμε το στόχο αυτό και ταυτόχρονα, θα μπορούμε – στα πλαίσια της ασφάλειας – να συνεχίσουμε να λειτουργούμε».
«Η πανδημία αλλάζει μορφή και αυτό οφείλουμε να κάνουμε κι εμείς»
Η πανδημία, υποστήριξε ο κ. Τσιούτης, «αλλάζει μορφή και αυτό οφείλουμε να κάνουμε κι εμείς». «Αυτό μπορεί να γίνει μόνο εάν δούμε τα δεδομένα στην ολότητά τους και αντικειμενικά, και αν θέσουμε ξεκάθαρους μεσοπρόθεσμους στόχους».
«Ο λόγος που τους ονομάζω μεσοπρόθεσμους, είναι επειδή δεν μπορείς να προβλέψεις μακροπρόθεσμα ποια θα είναι η πορεία των πραγμάτων. Αυτό είναι ακόμα ένα σημαντικό μάθημα που πήραμε από την πανδημία, είπε και συνέχισε: «ας πάρουμε για παράδειγμα τις τέσσερις διακριτές εξάρσεις της πανδημίας στη χώρα μας (και αποφεύγω τη λέξη «κύμα» γιατί δεν είναι επιδημιολογικά τεκμηριωμένος όρος). Κάθε έξαρση είχε τα δικά της χαρακτηριστικά – μπορούσαμε και την προβλέπαμε ώς ένα σημείο, αλλά δεν μπορούσαμε να ορίσουμε εκ των προτέρων, ποια ακριβώς θα ήταν η πορεία, η ένταση και η διάρκεια. Στις τελευταίες δύο εξάρσεις ευθύνονταν μεταλλαγμένα στελέχη (Άλφα και μετά το Δέλτα), τα οποία έχουν τα δικά τους χαρακτηριστικά και γι’ αυτό είδαμε τόσο διαφορετικούς δείκτες και τόσο διαφορετική πορεία. Παράλληλα, στις εξάρσεις αυτές συνέβαλαν κι άλλοι λόγοι, οι οποίοι οφείλονταν ξεκάθαρα στην ανθρώπινη συμπεριφορά».
Αναλύοντας ως παράδειγμα την τελευταία έξαρση, ο κ. Τσιούτης εξήγησε: «Ας πάρουμε το παράδειγμα της πρόσφατης έξαρσης λόγω του στελέχους Δέλτα, η οποία μάλιστα συνεχίζεται και σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε ότι έχει ελεγχθεί. Η έξαρση αυτή συνέπεσε με τις ευρείες χαλαρώσεις του Ιουνίου, όταν επαναλειτούργησαν σχεδόν όλοι οι χώροι, συμπεριλαμβανομένων χώρων αυξημένου επιδημιολογικού κινδύνου».
Αυτή η έξαρση είχε και έχει τα δικά της χαρακτηριστικά. Δηλαδή:
-«Η πλειοψηφία των περιστατικών αφορούν νέους ηλικίας 15-40 ετών
-Καταγράφηκαν πολύ μεγάλες αλυσίδες μετάδοσης σε χώρους διασκέδασης, όπου συχνάζουν άτομα της συγκεκριμένης ηλικιακής ομάδας
-Η πλειοψηφία των ανθρώπων που εισήχθησαν και εισάγονται στα νοσοκομεία είναι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας και συγκεκριμένα μεταξύ 40 και 60 ετών.
-Τα σχολεία/Πανεπιστήμια, ήταν κλειστά
-Με την έναρξη της έξαρσης αυτής, αν και οι εμβολιασμοί προχωρούσαν (με πιο αργό ρυθμό σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες) η εμβολιαστική κάλυψη παρέμενε αρκετά χαμηλή. Χαρακτηριστικά, μέχρι τέλος Ιουνίου, λιγότερο από το 65% του ενήλικου πληθυσμού είχε κάνει έστω και 1 δόση εμβολίου, κάτι το οποίο σημαίνει ότι τη δεδ&