Το Ελληνικό - Κυπριακό Πάσχα

Το Ελληνικό - Κυπριακό Πάσχα

Γιώργος Ι. Μάρκος

Το Ελληνικό – Κυπριακό Πάσχα

Γιώργος Ι. Μάρκος

Το Άγιο Πάσχα. 
Η σημαντικότερη εορτή όλων των μεγάλων χριστιανικών θρησκευτικών ομάδων : Καθολικών, Ορθοδόξων, Διαμαρτυρόμενων, Αγγλικανών, Κοπτών, Αρμένιων, αλλά και πάρα πολλών μικρότερων ομάδων ή ακόμα και αρκετών, που θεωρούνται αιρετικές. Συμβολίζει πολλές και σπουδαίες έννοιες για τους χριστιανούς σε όλη τη Γη. Είναι η ελπίδα για την σωτηρία της ψυχής, η κάθαρση, η ανανέωση και κυριότερη όλων η ανάσταση του Ιησού και το μήνυμα της μετά θάνατον ζωής. 
Όπως αναφέρεται στις επικήδειες ακολουθίες κατά την Διακαινήσιμο εβδομάδα, δηλαδή την εβδομάδα από την Κυριακή του Πάσχα ως την Κυριακή του Θωμά:

- «Χριστός ανέστη εκ νεκρών, θανάτω θάνατον πατήσας, και τοις εν τοις μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος.»

- «Αναστάς ο Ιησούς από του τάφου καθώς προείπεν, έδωκεν υμίν την αιώνιον ζωήν και μέγα έλεος.» 

Στα νοήματα των δύο αποσπασμάτων, βασίζεται κατά κύριο λόγο η πίστη των χριστιανών. 
Στην ζωή, που χαρίζει ο Ιησούς Χριστός αφ’ ενός  και στην αιώνια ζωή και την ελεημοσύνη, που προσφέρει ο Ιησούς Χριστός με την θυσία του, αφ’ ετέρου. Ο 14ος απόστολος, ο  Παύλος, ο επιφανέστερος όλων (ο 13ος  ήταν ο Ματθίας, ο αντικαταστάτης του Ιούδα),  αναφέρει στην επιστολή του προς Κορινθίους : 
«Κι αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, τότε είναι χωρίς νόημα το κήρυγμά μας, άσκοπη είναι και η πίστη σας!» (Α’ Κορινθ. 15:14)

Με τα παραπάνω, συμπεραίνει κανείς την σπουδαιότητα του Πάσχα για τους χριστιανούς. 
«Εορτών εορτή και πανήγυρης εστί πανηγύρεων», σύμφωνα με το τροπάριο.

Η ετυμολογία της ονομασίας Πάσχα, υποστήριξαν κάποιοι ότι προέρχεται από το ελληνικό ρήμα «πάσχω» λόγω των παθών του Ιησού (Γιεσούα στην σημιτική), αλλά οι γλωσσολόγοι και οι φιλόλογοι την απορρίπτουν στην πλειονότητα τους. Η προέλευση της λέξης είναι μάλλον Αιγυπτιακή, από την λέξη «πισάχ» και σημαίνει πέρασμα, δηλαδή την αλλαγή των εποχών από τον Χειμώνα στην Άνοιξη. Αυτή η εκδοχή είναι κοινός τόπος για όλες της θρησκείες, αρχαίες ή νεότερες, νεκρές ή ζώσες και σαφώς την γιόρταζαν και οι πρόγονοι μας, αλλά για αυτό θα αναφερθώ παρακάτω. 

Κατά την τεσσάρων αιώνων περίοδο της υποδούλωσης τους από τους Αιγύπτιους, οι Ιουδαίοι ή Ισραηλίτες ή Εβραίοι, γιόρταζαν επίσης το πισάχ. Παρά ταύτα, όταν ο Μωυσής (Μοσέχ στα σημιτικά) εξανάγκασε τον φαραώ μετά τις 10 πληγές να τους απελευθερώσει, άλλαξαν τον εορτασμό.
Επομένως, στην σημιτική έγινε πεσάχ, δηλαδή το πέρασμα στην ελευθερία γενικά και από την Ερυθρά θάλασσα ειδικά. Πολλοί υποστηρίζουν ότι προέρχεται και από το πέρασμα του Αγγέλου του Θανάτου, που στάλθηκε από τον Θεό κατά την τελευταία και καθοριστική 10η πληγή για να θανατώσει τα δεκάδων χιλιάδων πρωτότοκα αγόρια των Αιγυπτίων. Από αυτό το φονικό λέγεται πως προκύπτουν το έθιμο του αρνιού, του ερυθρού χρώματος και της βαφής αυγών. Διότι, ο Μωυσής πριν τη νύκτα του περάσματος του εξολοθρευτή Αγγέλου, είχε διατάξει τους Ιουδαίους να σφάξουν αρνί, να το ψήσουν και με το αίμα του να σημαδέψουν τις θύρες τους, ώστε να μην φονεύσει και τα δικά τους πρωτότοκα αγόρια. Από τα σημητικά, πρώτα μεταφράστηκε σε πάσχα στα ελληνικά και pascha στα λατινικά. Στην συντριπτική πλειονότητα τους, όλες οι ευρωπαϊκές γλώσσες ακολουθούν αυτήν την ονομασία με μικρές γλωσσικές τροποποιήσεις. Εξαιρούνται οι Βρετανοί και οι Γερμανοί, που το ονομάζουν easter και ostern αντίστοιχα.


Το Πάσχα είναι κινητή γιορτή. 
Εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας. Από αυτό φαίνεται η ταύτιση του με τις παλαιότερες γιορτές της εαρινής ισημερίας και της έλευσης της Άνοιξης, άλλων λαών και θρησκειών. Στις παραδόσεις των λαών της Μεσογείου ανά τους αιώνες αναφέρονται πολλοί θεοί ή σημαντικά πρόσωπα, στις δράσεις των οποίων βασίζονται παρόμοιες Ανοιξιάτικες γιορτές. Θα αναφερθώ μόνο στους Έλληνες εξ’ αυτών  για να μην επεκταθώ πολύ. 
Κατ’ αρχάς η ελληνική μυθολογία, η μυθιστορία μας όπως θέλουν πολλοί ερευνητές και επιστήμονες να ονομάζεται, ξεχωρίζει τις εποχές του έτους σε 3 και όχι 4. Κατά τον ποιητή Ησίοδο, οι 3 Ώρες ήταν θυγατέρες του Διός, του άρχοντα του ουρανού και των θεών και της Τιτανίδος Θέμιδος, προστάτιδας της φυσικής και ηθικής τάξης. Τα ονόματα τους είναι Ευνομία, Ειρήνη και Δίκη και είχαν καθήκον να εποπτεύουν τα έργα των ανθρώπων και την εναλλαγή των εποχών. Μεταγενέστερα, επονομάστηκαν Θαλλώ (από το θάλλω = ανθώ, βλασταίνω) για την Άνοιξη, Αυξώ (από το αυξάνω) για το Καλοκαίρι και Καρπώ (από το καρπώ = καρποφορώ) για το Φθινόπωρο. 

Επομένως, την αλλαγή από το Φθινόπωρο στην Άνοιξη την τιμούσαν και την γιόρταζαν με πλήθος εορτών σε όλες τις ελληνικές περιοχές. Και μόνο από τις ονομασίες τους φαίνεται η ομορφιά, η χαρά, η ευθυμία, η ελευθερία, η ανανέωση της φύσης και της ανθρώπινης ψυχής κ.ο.κ. Πιο διαδεδομένες ήταν τα Ανθεστήρια, Ανθεσφόρεια, Ηροάνθεια, Διάσια, Μεγάλα Διονύσια, Αδώνια  και προεξέχοντα όλων τα Ελευσίνια, η σημαντικότερη γιορτή των προγόνων μας. 

Στις πρώτες 4 έπλεκαν στεφάνια με άνθη, δοκίμαζαν τα νέα κρασιά, χόρευαν, έκαναν πανηγυρικές εστιάσεις και αρκετές φορές λάμβαναν μέρος κυρίως γυναίκες ή μικρά παιδιά. 

Τα Μεγάλα Διονύσια γέννησαν τις σύγχρονες αποκριάτικες ή καρναβαλικές γιορτές και τα χαρακτήριζαν η υπερβολική οινοποσία, ο άκρατος ενθουσιασμός, πολλές χορευτικές πομπές, η μουσική μετά κυμβάλων και τυμπάνων, θίασοι, φαλλοφοριές και βεβαίως οι Διθύραμβοι, τα λατρευτικά διονυσιακά άσματα, τα οποία στην μετεξέλιξη τους οδήγησαν στην γέννηση της ελληνικής τραγωδίας. Ετυμολογικά, η τραγωδία προέρχεται από την «τράγων ωδή», διότι όταν έλεγαν στα Διονύσια τους διθυραμβικούς ύμνους, μεταμφιέζονταν σε τράγους για να ομοιάζουν με τους Σάτυρους, τους τραγοπόδαρους ακολούθους και συντρόφους του Διονύσου, που όταν μεθούσαν ορμούσαν και δίωκαν τις νύμφες και τις ωραίες θνητές αν ήταν μόνες. Σύμφωνα με τον καθηγητή Λεωνίδα Λ. Μπίλλη, στο βιβλίο του «Όλοι αντέγραψαν τους Έλληνες», αναφέρεται ότι: 

« Ο Διόνυσος είναι ο υιός του υπέρτατου θεού Δία και μια θνητής, της Σεμέλης, ο οποίος θανατώνεται από θεοκτόνους, ανασταίνεται θριαμβευτικά και παίρνει την θέση που του ανήκει στον Όλυμπο, δίπλα στον πατέρα του. »

Ελευσίνια Μυστήρια! Το κύριο χαρακτηριστικό τους ήταν η χαρά της θεάς της γεωργίας και της βλάστησης, της Δήμητρας όταν ανέβαινε από τον Κάτω Κόσμο η κόρη της, η Περσεφόνη. Ήταν η σημαντικότερη Πανελλήνια και πιο μυστηριακή γιορτή, η επονομαζόμενη της μητέρας και της κόρης. Την Περσεφόνη την είχε απαγάγει ο Άδης από το Νύσιον Πεδίον κοντά στο Παγγαίον, για να την κάνει σύζυγό του. Ο Άδης ήταν ο θεός  του Κάτω Κόσμου και προστάτης των νεκρών και λόγω του ότι είχε αδικηθεί στην μοιρασιά των εξουσιών από τους αδελφούς του, τον Δία και τον Ποσειδώνα, του επετράπη να την λάβει ως σύζυγό του. Η επιστροφή της Περσεφόνης σήμαινε την αρχή της άνοιξης και την βλάστηση της φύσης, λόγω της ικανοποίησης της μητέρας της. Στα Ελευσίνια εξυμνούσαν, συν τοις άλλοις, την συμφιλίωση με τον θάνατο και την προετοιμασία της ψυχής για την μετά θάνατον ζωή. Επίσης και σε αυτόν τον μύθο φαίνεται ο διαχωρισμός του έτους σε 3 περιόδους, διότι όταν ο Δίας ρώτησε την Περσεφόνη αν δέχεται να μένει το 1/3 του έτους με τον σύζυγο της και τα 2/3 να ανέρχεται στην επιφάνεια, εκείνη απάντησε θετικά. Αυτό συνέβη, διότι ο Άδης της είχε δώσει να φάει σπόρους από ρόδι και την γοήτευσε. Το οποίο ρόδι στην αρχαία Ελλάδα ήταν σύμβολο αφθονίας, ευημερίας, γάμου και γονιμότητας. Η ροδιά είχε φυτρώσει κατά τους μύθους είτε από το αίμα του Διονύσου, είτε στον τάφο του Άδωνι. Στην Κύπρο την πρώτη ροδιά την φύτεψε η ίδια η θεά του έρωτα και του κάλλους, η  Αφροδίτη.

Καταλήγοντας, θα σταθώ λίγο παραπάνω στα Αδώνια. 
Κατά τις πιο επικρατούσες μυθολογικές εκδοχές ο Πανδίων, πανάρχαιος βασιλιάς μάλλον των Αθηνών, είχε γιο τον Κέφαλο. Ο Κέφαλος έκανε αποικία στις ακτές της Ασίας και ο γιος του, ο Πάφος, αποίκησε στην Κύπρο. Εκεί βεβαίως ίδρυσε την ομώνυμη πόλη. 
Γιος του Πάφου ήταν ο Κινύρας, ο πρώτος αρχιερέας της Αφροδίτης και ίσως ο πιο μεγάλος βασιλιάς σε όλη την Κύπρο. Ίδρυσε τον πρώτο ναό της θεάς, περίπου εκεί που είναι το χωριό Κουκλιά. Ο Όμηρος αναφέρει στην Οδύσσεια τον περίλαμπρο ναό (ραψωδία Θ, στίχοι 362-366). Η Πάφος θεωρούνταν από πολλούς ως ο δεύτερος ομφαλός της Γης, μετά τους Δελφούς. Ακόμα, στην Ιλιάδα (ραψωδία Λ, στίχοι 19-23) αναφέρεται ότι ο Κινύρας έστειλε πλοία και έναν πολύτιμο θώρακα στο κάλεσμα του Αγαμέμνονα για την εκστρατεία κατά της Τροίας. Ήταν πολύ ωραίος άνδρας, εξαίρετος μουσικός καλός μεταλλουργός και πολύ πλούσιος. Στην ελληνική γραμματεία υπάρχει η φράση «Κινύρου πλουσιότερος», όταν ήθελαν να παινέψουν κάποιον για τον πλούτο του. 
Μετά από ύβρη της κόρης του Σμύρνας ή Μύρρας, η θεά Αφροδίτη την τιμώρησε να ποθήσει μανιωδώς τον πρώτο άνδρα που θα αντικρύσει και αυτός έτυχε να είναι ο πατέρας της. Ο Κινύρας συνευρέθηκε ερωτικά με αυτήν, μέσω πλεκτάνης της ίδιας και δίχως να την αναγνωρίσει στο σκοτάδι. Όταν το αντιλήφθηκε την κατεδίωξε για να την σκοτώσει κι εκείνη διέφυγε στα δάση, όπου επικαλέστηκε την συγχώρεση της θεάς. Η Αφροδίτη τελικά την λυπήθηκε και την μεταμόρφωσε σε μυρτιά, που ήταν το αγαπημένο της δένδρο. Μέσα από τον φλοιό της αρωματικής μυρτιάς, γεννήθηκε ο Άδωνις.
 Για να προστατέψει το έμβρυο η θεά, το έκλεισε σε ασφαλές κιβώτιο, που στα αρχαία το ονόμαζαν λάρνακα και το έδωσε στην Περσεφόνη, η οποία έτυχε να βρίσκεται στο νησί. Κατά πολλούς, στον μύθο αυτό οφείλει η Λάρνακα το όνομα της, μία εκ των αρχαιότερων πόλεων παγκοσμίως, η οποία κατοικείται αδιαλείπτως πάνω από 4.000 έτη. Μεγαλώνοντας ο Άδωνις, έγινε ένας εκ των ελαχίστων θνητών, που τους ερωτεύτηκαν θεές. Συγκεκριμένα, για να μην τον έχει η Αφροδίτη, η Περσεφόνη τον πήρε κρυφά στον Κάτω Κόσμο και επήλθε μεγάλη έριδα μεταξύ των δύο θεών. Επικαλέστηκαν τον Δία, ως δικαστή και εκείνος αποφάσισε να είναι το 1/3 του έτους με την Αφροδίτη στην επιφάνεια, το δεύτερο με την Περσεφόνη στον κάτω κόσμο και το τρίτο να είναι ελεύθερος. Η Αφροδίτη όμως, τον ξελόγιασε κι έτσι ο Άδωνις, έμενε μαζί της τα 2/3 του έτους. 
Με μεσολάβηση του θεού του πολέμου και της ανδρείας, του Άρη, είτε από φθόνο, είτε από εκδίκηση, ένας κάπρος (αγριόχοιρος) τραυμάτισε θανάσιμα τον Άδωνη και τον σκότωσε. Από το αίμα του βάφτηκαν κόκκινα τα λευκά ρόδα της Αφροδίτης και από τα δάκρυά της, που τα παρέσυρε ο άνεμος φύτρωσαν ανεμώνες και παπαρούνες, ενώ στον τάφο του φύτρωσε μία ροδιά, όπως προαναφέρθηκε. Ο νεκρός πλέον Άδωνις λόγω της προσταγής του Δία, περνούσε τον χρόνο του μόνο με την Περσεφόνη και η Αφροδίτη περιέπεσε σε βαρύ πένθος. Όταν το έμαθε η Περσεφόνη, επέτρεψε στο Άδωνι να φεύγει και με μεσολάβηση του πατέρα των θεών, ανασταινόταν και επέστρεφε στην επιφάνεια της Γης, στην Αφροδίτη.Έτσι ο Άδωνις εξακολούθησε να απολαμβάνει τον έρωτα με τις δύο θεές και μετά θάνατον.

Ο βουκολικός ποιητής Βίων, κατέγραψε στο ποίημα του «Επιτάφιος Αδώνιδος» τον θρήνο της Αφροδίτης, το οποίο διασώζεται ως σήμερα.

Είναι θρηνητικό, κοινώς μοιρολόι και κατά τον εορτασμό των Αδώνιων, οι γυναίκες το έλεγαν όταν έκαναν τις τελετουργίες. Κατασκεύαζαν μικρά ομοιώματα του, σαν νεκροκρέβατα και τα έκλειναν σε μικρά κιβώτια - λάρνακες, όπως έκανε η Αφροδίτη. Επικαλούνταν την Περσεφόνη να τον ελευθερώσει και την θεά των δασών και της σελήνης την Άρτεμη, να τον ξυπνήσει μέσα στα δάση. Γύρω από τις μικρές λάρνακες, τοποθετούσαν γλάστρες με διάφορα άνθη και η εικόνα αυτή των ανθοστόλιστων ομοιωμάτων στις οικίες σε όλες τις ελληνικές πόλεις των προγόνων μας στις αρχές της Άνοιξης, αναφέρεται στην ελληνική γραμματεία ως «Αδώνιδος Κήποι». 

Τις πρώτες ημέρες θρηνούσαν, περιέφεραν τις λάρνακες και τις τοποθετούσαν σε περίοπτες θέσεις στις αυλές ή εντός των οικιών τους. Την φάση αυτήν την ονόμαζαν «Αφανισμό» και ήταν αφιερωμένη στον θάνατό του. Την αυγή της τελευταίας ημέρας έριπταν τα ομοιώματα στην θάλασσα, στις λίμνες ή στους ποταμούς, τα επονομαζόμενα Αδωνίδια. Την δεύτερη φάση την ονόμαζαν «Εύρεσις» και γιόρταζαν την ανάσταση και την επιστροφή του, σε κλίμα γενικής ευθυμίας.

Ακολουθούσαν, τι άλλο; Θυσίες ζώων, ψήσιμο σφαγείων, οινοποσίες, συνεστιάσεις, χορός, ωδές και έρωτας!

Και πάλι ο καθηγητής Λεωνίδας Λ. Μπίλλης αναφέρει:

 «...Κατά τον εορτασμό των Αδώνιων, την αντίστοιχη με την Μ. Παρασκευή ημέρα, οι νεαρές γυναίκες στόλιζαν με άνθη το ομοίωμα του τάφου του Άδωνι και την νύκτα το περιέφεραν κρατώντας αναμμένες λαμπάδες... Και οι στίχοι του Ορφικού ύμνου : ιμερόνους Κυπρίδος (προσφώνηση της Αφροδίτης) γλυκερόν θάλος, έρνος έρωτος, μετατράπηκαν σε : ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατον μου τέκνο.»

Ο εορτασμός των Αδωνίων συμβόλιζε επίσης τον κύκλο της βλάστησης, της καρποφορίας και της εποχής που φθίνουν, που λιγοστεύουν οι οπώρες, δηλαδή του Φθινοπώρου.

Όταν λοιπόν εορτάζουμε το Πάσχα, καλό είναι να ενθυμούμαστε πως οι πανάρχαιοι πρόγονοι μας δεν είχαν διαφορετικές συνήθειες, έθιμα και παραδόσεις. Μάλλον φαίνεται ότι ο χριστιανισμός τα εναγκαλίστηκε και τα συνταίριαξε, ώστε να μην αλλάξει ο τρόπος του εορτασμού, αλλά τα ονόματα ή τα πρόσωπα. Έτερον εκάτερον.

Καλή Ανάσταση!