Ακριτικά τραγούδια

Ακριτικά τραγούδια

Τα παλιότερα δημοτικά τραγούδια που σώζονται και συγγενεύουν!

Τα ακριτικά τραγούδια ονομάζονται αυτά που αναφέρονται στα κατορθώματα των ακριτών. Θεωρούνται τα παλιότερα δημοτικά τραγούδια που σώζονται και συγγενεύουν με το έμμετρο αφήγημα του 12ου αι., το γνωστό ως «Έπος του Διγενή Ακρίτα». 

Στα κυπριακά δημώδη ακριτικά ο Διγενής πρωταγωνιστεί σε τραγούδια, που μπορούν, από πλευράς περιεχομένου, να διακριθούν σε:
1. Τραγούδια με θέμα την πάλη Διγενή και Χάροντα
2. Τραγούδια με θέμα την αρπαγή της κόρης του Αλιάντρη
3. Τραγούδια με θέμα την πάλη του Διγενή με τον Κάβουρα



Οι Ακρίτες ήταν μισθοφόροι φρουροί των ανατολικών συνόρων της βυζαντινής αυτοκρατορίας και στα τραγούδια τους παρουσιάζουν ως ήρωες και πολεμιστές με ικανότητες οι οποίοι πολεμούσαν με τους Άραβες.

 Πηγή:  https://daskalemata.weebly.com/eta-phi973lambdaalphaxieta-tauomeganu-alphanualphatauomicronlambdaiotakappa974nu-sigmaupsilonnu972rhoomeganu.html

Γύρω από τα κατορθώματά τους, άρχισαν να διαμορφώνονται διάφοροι θρύλοι και να σχηματίζεται κύκλος από δημοτικά τραγούδια με επική μορφή. Ο επικός αυτός κύκλος σώθηκε σε πολλές περιοχές όπως του Πόντου, της Καππαδοκίας, της Κρήτης και της Κύπρου. Το παλαιότερο σωζόμενο ακριτικό τραγούδι είναι το «Άσμα του Αρμούρη» που παραδίδεται σε χειρόγραφο του 15ου αι. 


Ο Διγενης Ακριτας μπορούσε να να πούμε ότι είναι ο πιο γνωστός στα ακριτικά τραγούδια. Άγνωστος ποιητής σύνθεσε το εκτενές ποίημα του «Το έπος του Διγενή Ακρίτα» το πρώτο γραπτό μνημείο της νέας ελληνικής λογοτεχνίας γραμμένο στη νεοελληνική γλώσσα. Το έπος αυτό γέννησε με τη σειρά του Τον κύκλο των λεγομένων ακριτικών τραγουδιών από τις αρχές περίπου του 11ου αιώνα.

Το παρακάτω απόσπασμα προέρχεται από το Άσμα του Αρμούρη (κατά την έκδοση Αλεξίου), στ. 85-98

Και συγκροτά τον πόλεμον καλά και ανδρειωμένα.
τας άκρας άκρας έκοπτεν και η μέση εδαπανάτον.
Μα τον κυρ Ήλιον τον γλυκύν, μα την γλυκέαν του μάναν,
όλη μέρα τους έκοπτεν την άνω ποταμίαν
και όλη νύκτα τους έκοπτε την κάτω ποταμίαν.

Έθεσεν και αποθέσεν τους, κανένα δεν αφήκε.
Απέζευσε ο νεώτερος να τον βαρήση ο αέρας
και ένα σκυλίν, Σαρακηνός, σκυλίν μαγαρισμένον,
εγκρύμματα τον έβαλεν και επήρε του τον μαύρον,
επήρε του τον μαύρον του, επήρε τον ραβδίν του.
Μα τον κυρ Ήλιον τον γλυκύν, μα την γλυκέαν του μάναν
σαράντα μίλια τον εδίωχνε πεζός με το λουρίκιν
και άλλα σαράντα τέσσαρα πεζός με τα γονάτια.
εκεί τον εκατέφθασε εις της Συρίας την Πόρταν
και εβγάνει το σπαθίτσι του και επαίρνει του το χέριν.