«Μεγάλωσα με κωφούς γονείς, είμαι περήφανος γι’ αυτούς… Μου έμαθαν τον σεβασμό»

«Μεγάλωσα με κωφούς γονείς, είμαι περήφανος γι’ αυτούς… Μου έμαθαν τον σεβασμό»

«Μεγάλωσα με κωφούς γονείς, είμαι περήφανος γι’ αυτούς. Με έμαθαν ότι το πιο σημαντικό είναι να σέβομαι τους άλλους ανθρώπους και ειδικά αυτούς που μπορεί να είναι διαφορετικοί από εμάς. Παρά το γεγονός ότι δεν ήταν τόσο αποδεκτοί όταν μεγάλωναν, ούτε είχαν τις ίδιες ευκαιρίες εργοδότησης, τα καταφεραν καλά. Παρά τις δυσκολίες, έκαναν τη δική τους οικογένεια, μεγαλώνοντας δύο παιδιά», λέει έχοντας στο πλάι την μητέρα του, που τον παρακολουθεί προσεκτικά και χαμογελά.  

Έχουν αναπτύξει μεταξύ τους ένα μοναδικό τρόπο επικοινωνίας. Συνεννοούνται χωρίς να χρειαστεί να πουν πολλά. Εκείνη διαβάζει τα χείλη του και εκείνος της μεταφέρει όσα ακούει… Είναι ο Νικηφόρος Λουκουμάρης 35 χρόνων και μητέρα του Χρυστάλλα Λουκουμάρη 68 χρόνων, από την Αλάμπρα.

Ο Νικηφόρος ήθελε να κάνουμε αυτή τη συνέντευξη μαζί με τη μητέρα του για να μεταφέρει πώς είναι να μεγαλώνεις με κωφούς γονείς, για ν’ ακουστεί η φωνή της και για να υποδείξει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους αυτά τα άτομα, επειδή η πολιτεία, παρά τα βήματα που έγιναν, δεν προνόησε ακόμη για τα απολύτως… αυτονόητα.  

 

«Σαν να ήμουν στον Πύργο του παραμυθιού»

Η κα Χρυστάλλα ήρθε κρατώντας φωτογραφίες από τα δύο οικοτροφεία για κωφούς, στα οποία έζησε μέχρι την ενηλικίωση. Το πρώτο ήταν στη Μόρφου και το δεύτερο στον Γερόλακκο.

«Ήμαστε τέσσερα παιδιά, εγώ και ο αδερφός μου είμαστε κωφοί. Δεν ξέρουμε γιατί. Παλιά όλα τα κωφά παιδιά πήγαιναν στο οικοτροφείο που ήταν στην Μόρφου», λέει και αναφέρει πώς ένιωσε όταν στα οκτώ της χρόνια, πήγε να μείνει στο οικοτροφείο.

 

Το οικοτροφείο στην Μόρφου

«Ένιωθα σαν να ήμουν στον Πύργο του παραμυθιού, διότι στην Αλάμπρα εκείνο τον καιρό, δεν είχε ρεύμα και νερό, ενώ στη Μόρφου είχε. Στη σχολή υπήρχαν και άντρες και γυναίκες. Ο κάθε ένας ήταν στη δική του πτέρυγα, αλλά είχαν κοινή τραπεζαρία και έξω μπορούσαν να συναναστραφούν. Είχε και Τουρκοκύπριους που ήταν σε άλλη πτέρυγα. Ήταν εκατό παιδιά.

Έμεινα μέχρι τα δεκαοκτώ στο οικοτροφείο. Βγαίναμε μόνο Πάσχα καλοκαίρι και Χριστούγεννα. Από τη Μόρφου άλλαζα δύο λεωφορεία για να πάω στην Αλάμπρα. Στο οικοτροφείο περνούσα πάρα πολύ καλά».

 

Το οικοτροφείο στον Γερόλακκο

 

 

Η κα Χρυστάλλα με τους συμμαθητές της 

Τον περασμένο αιώνα, τα κωφά παιδιά καθώς και αυτά με αναπηρίες, λόγω προκαταλήψεων αλλά και της άγνοιας της κοινωνίας, περνούσαν δύσκολα, αφού έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα περίεργα βλέμματα και την απομόνωση. Η κα Χρυστάλλα, βίωσε από πρώτο χέρι αυτές τις δυσκολίες.

«Ήταν δύσκολα παλιά, τωρά εν πιο καλά. Στην Αλάμπρα που ήμουν μόνη μου, δεν περνούσα τόσο καλά. Εν ερχόταν κάποιος να σε περιπαίξει, αλλά εβλέπαν σε περίεργα και ένιωθα διαφορετική. Έβλεπα όλους που μιλούσαν και είχαν την παρέα τους, ενώ εγώ ήμουν μόνη μου».  

 

Ο γάμος, τα δύο παιδιά και οι δυσκολίες

Λόγω του υπερπληθυσμού του οικοτροφείου της σχολής κωφών στη Μόρφου, δημιουργήθηκε και δεύτερο στον Γερόλακκο, όπου μεταφέρθηκε η κα Χρυστάλλα. Εκεί γνώρισε το σύζυγό της, ο οποίος είναι επίσης κωφός και εργαζόταν ως επιπλοποιός, δίπλα από το οικοτροφείο. Παντρεύτηκαν ένα χρόνο μετά τον πόλεμο.

«Παντρευτήκαμε το 1975 και πήγαμε Αθήνα για δύο χρόνια. Στην Ελλάδα δούλευε ο άντρας μου δούλευε ως επιπλοποιός και εγώ λίγο ως ράφταινα. Το 1977 ήρθαμε πίσω. Δούλευα ως ράφτρια για ένα εργοστάσιο και όταν γεννήθηκε ο πρώτος μου γιος σταμάτησα για λίγο καιρό. Ξανάρχισα και σταμάτησα μετά που γεννήθηκε ο δεύτερος μου γιος. Μετά έκλεισε το εργοστάσιο και έπιασα δουλειά στη Βιομηχανική Εργατών σε μια εταιρεία που έκανε φάρμακα. Επεράσαμε δύσκολα οικονομικά, αλλά μας βοηθούσαν και τα πεθερικά μου. Τώρα είμαστε συνταξιούχοι και έχουμε ένα περβόλι που φυτεύουμε εποχιακά».  

Μόλις γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, πριν από 40 χρόνια, εγκαταστάθηκε στο σπίτι τους η πεθερά της, αφού τότε δεν υπήρχε η τεχνολογία για να τους βοηθήσει.

«Έμεινε μαζί μας οκτώ μήνες, για να ακούει το μωρό όταν κλαίει. Πιο μετά, βγήκαν συσκευές και άναβε λάμπα και το καταλαβαίναμε, όταν έκλαιε το μωρό. Και το κουδούνι που έχουμε σπίτι ήταν με λάμπα, για να καταλαβαίνουμε όταν κτυπά», λέει η κα Χρυστάλλα, για να συμπληρώσει ο γιος της.

«Θυμούμαι ότι και το ξυπνητήρι του παπά μου ήταν με φως για μπορεί να ξυπνήσει. Η τεχνολογία βοήθησε, επειδή πλέον κάνουν video call και μιλούν μεταξύ τους. Η μάμα μου ξέρει να στέλνει και μηνύματα».

«Τωρά είναι καλά», λέει παρεμβαίνοντας η κ. Χρυστάλλα, με τον γιο της να προσθέτει πως παλαιότερα επικοινωνούσαν μέσω φαξ. «Παλιά υπήρχαν τα φαξ. Εάν ήθελε η μάμα μου να πει κάτι του θείου μου, του το έστελνε». 

 

«Άρχισα να νιώθω τη διαφορετικότητα των γονιών μου σε νεαρή ηλικία»

Δυσκολίες, όμως πέρασαν και τα δύο παιδιά, κυρίως σε νεαρή ηλικία, όπως περιγράφει ο Νικηφόρος.

«Όσο είσαι πολύ μικρός, δεν καταλαβαίνεις. Μετά που αρχίζεις να μεγαλώνεις, αρχίζεις να νιώθεις αυτά τα παράξενα βλέμματα. Παλιά δεν ήταν όπως τώρα τα πράματα, που δεν σε βλέπουν παράξενα. Άρχισα να νιώθω τη διαφορετικότητα των γονιών μου σε νεαρή ηλικία. Στην αρχή δεν μπορείς να το διαχειριστείς εύκολα. Όσο μεγαλώνεις, όμως, μαθαίνεις να το διαχειρίζεσαι… 

Έκαμε μου εντύπωση, μια φορά που ήρθε σπίτι ένας φίλος από το Γυμνάσιο. Γνώρισε τη μάμα μου και εφάνηκε του πολλά παράξενο, επειδή εν είχε ξαναγνωρίσει κωφό άτομο.

Όσο μεγαλώναμε έπρεπε να τους βοηθούμε όσο μπορούμε. Θυμούμαι πήγαμε ένα ταξίδι με τη μάμα μου στο εξωτερικό και ήμουν σχετικά μικρός. Μιλούσα εγώ για να συνεννοηθούμε ή και πιο παλιά όταν έπρεπε να μιλήσουμε, για παράδειγμα με τον υδραυλικό ή κάποιον άλλο. Αναλαμβάναμε εμείς εκείνο το ρόλο. Και τώρα κάμνουμεν το, είτε πρέπει να πάνε σε γιατρούς, είτε σε κάποια κυβερνητική υπηρεσία».  

 

«Είμαστε ακόμα πολλά πίσω…»

Όσο και να προχώρησαν τα πράγματα, πάντως η χώρα μας απέχει πολύ από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σ’ ότι αφορά στις διευκολύνσεις που παρέχει σε άτομα με προβλήματα ακοής.

«Δεν θα ξεχάσω, που είχαμε πάει να πάρουμε κάποιες βεβαιώσεις, για σκοπούς σύνταξης. Είχε δυσφορήσει η κοπέλα και της είπα ότι κανονικά θα έπρεπε να έχει κάποιο, να εξυπηρετεί αυτούς τους ανθρώπους. 

Στην Αγγλία, το είδα όταν σπούδαζα πως υπήρχαν πάντα κάποιοι για να βοηθήσουν αυτούς τους ανθρώπους σε όλες τις κρατικές υπηρεσίες. Στο Χίθροου όταν πήγα να τους συνοδεύσω για να φύγουν, με ρώτησαν εάν θέλαμε να φωνάξουν κάποιον για να τους καθοδηγήσουν. Στην Κύπρο, ακόμα και σήμερα όχι μόνο για τους κωφούς, αλλά και για άτομα με αναπηρίες, δεν υπάρχει κάτι. Είμαστε ακόμα πολλά πίσω και ήμασταν ακόμα πιο πίσω πιο παλιά. 

Ακόμα και στην τηλεόραση, εάν μιλά ο Πρόεδρος των ΗΠΑ ή της Ελλάδα μεταφέρεται και στη νοηματική. Στην Κύπρο όταν μιλά ο Πρόεδρος δεν έχει, είναι μόνο το δελτίο στη νοηματική. Σε άλλες χώρες έχουν προχωρήσει».  

 

«Έχουμε μεγάλη έγνοια τους γονείς μας»

Αυτό που διαπίστωσε πάντως στο πέρασμα των χρόνων ο Νικηφόρος και ο αδελφός του, είναι πως η αγάπη που έλαβαν από τους γονείς τους, καθώς και οι αρχές με τις οποίες τους μεγάλωσαν ήταν πολύ σημαντικότερα από οτιδήποτε άλλο.

«Πολλά πράγματα έπρεπε να τα μάθουμε μόνοι μας.  Όμως μας έδωσαν τις αρχές και τον σεβασμό για τους άλλους ανθρώπους, ακόμα και για τους Τουρκοκύπριους, επειδή έμεναν με Τουρκοκύπριους στο οικοτροφείο. Δεν μεγάλωσαν με μίσος. Έχουν φίλους από τότε….

Είμαστε πολλά ενωμένοι ως οικογένεια. Έχουμε μεγάλη έγνοια τους γονείς μας. Εάν δεν νοιαστείς εσύ δεν θα νοιαστεί κάποιος άλλος. Εγώ και ο αδερφός μου είμαστε οι πρώτοι που μπορούμε να τους βοηθήσουμε. Τα παιδιά έχουν την ηθική υποχρέωση να βοηθούν τους γονείς τους, αλλά μπορεί να μην μπορούν πάντα να συνοδεύσουν τους γονείς τους, για παράδειγμα σε μια κρατική υπηρεσία. Πρέπει να υπάρχει κάποιος να μπορεί να τους βοηθήσει, ή να τους δώσει προτεραιότητα». 

 

«Το να δεχθείς τον άλλον δεν σημαίνει να τον κάμεις όπως είσαι εσύ»

«Απέκτησα ενσυναίσθηση για τα  άτομα που είναι “διαφορετικά” και όταν κάνω κι εγώ παιδιά θα ήθελα να τους το μάθω. Ειδικά όταν οι άλλοι έχουν δυσκολίες ή κάποιες ιδιαιτερότητες πρέπει να τους δίνουμε προτεραιότητα. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε ότι είναι διαφορετικοί από μας, αλλά την ίδια ώρα πρέπει να αποδεχόμαστε ότι έχουν κάποια διαφορετικότητα. Θυμούμαι ότι είχε κάνει μια εκπομπή η Κυπρούλα Μακρή, η πρώτη δασκάλα στη Σχολή Κωφών. Έλεγε ότι οι πρώτες γενιές κωφών, ακόμα και οι γονείς των κωφών, προσπαθούσαν να τους μιλούν κανονικά. Είχαν ταμπού, μέχρι να γίνει αποδεκτή η νοηματική.

Κάνουμε ένα λάθος, το να δεχθείς τον άλλον δεν σημαίνει πως πρέπει να τον κάμεις όπως είσαι εσύ. Για πολλά χρόνια προσπαθούσαν να τους μιλούν σαν να μην ήταν κωφοί, ήταν όμως… Η νοηματική είναι η γλώσσα τους. Σήμερα ευτυχώς έχει ξεπεραστεί και η νοηματική είναι αποδεκτή ως γλώσσα», τονίζει ο Νικηφόρος, με τη μητέρα του να έχει δικαιωματικά τον τελευταίο λόγο.

«Όταν οι γονείς έχουν παιδιά κωφά δεν πρέπει να μαραζώνουν. Παλιά ήταν όντως πολλά δύσκολα τα πράγματα… Σήμερα όμως είναι πιο καλά…».

 

 

 

ΠΗΓΗ: reporter