Είναι λίγο το σύννεφο...

Είναι λίγο το σύννεφο...

Σκέψεις μέσα από ένα ημερολόγιο...

Είναι λίγο το σύννεφο, λίγο η μέρα, λίγο οι σκέψεις. Είναι που ο κόσμος, ίσως και η ψυχή μας, στενέψανε. Δεν χωράει άλλη ομορφιά. Και πώς να χωρέσει αλήθεια όταν η ίδια η μέρα μοιάζει να έχει ξεχαστεί, πίσω από τη σκουριά μιας ματωμένης άγκυρας. Θα ξημερώσει και η πρώτη ηλιαχτίδα θα μοιάζει λες και πρόβαλε από ένα λάγνο όνειρο. Τα όνειρα που θάβει η ιερόδουλη η νύχτα, οι σκέψεις που οργιάζουν στην απολιθωμένη σιωπή του σκότους, ο πόθος που σβήνει δειλά – δειλά στο σάλιο που αφήνει πίσω της μια πεινασμένη σάρκα.

Μια φρικτή μοναξιά. Μια πλατιά άβυσσος μεταξύ της ζωής, των ανθρώπων, της πόλης, των δρόμων. Μοιάζουν να είναι ίδια. Οι σκέψεις βυθισμένες σε μια άγρια θλίψη. Αντιστέκονται βουβά και σωπαίνουν. Διαδέχονται η μια την άλλη και σβήνουν. Χάνονται. Όπως ακριβώς και η μέρα, πίσω από το σύννεφο που κλέβει σταδιακά την ομορφιά της. 

Ματωμένο το γκρι της θάλασσας. Δάκρυ σιωπηλό που δέρνει σκληρά το κύμα. Απέραντη μοναξιά που κρύβει ο ήχος της στεριάς. Αναστεναγμοί στην ανατολή που ξεψύχησαν στην αλμύρα. Σκέψεις αλυσοδεμένες στα βράχια που σπαράζουν τα σωθικά στα απύθμενα βάθη, στο πέλαγος ναυαγοί.

Ξάπλωσε η ζωή, ανάσκελα. Στοίχειωσαν της αυγής τα βλέμματα κι όλα σαν ίδια τραγούδια, περπατούν. Μελωδίες σε διαφορετικές πλεύσεις που συγκρούονται σαν καταιγίδες στις κουρασμένες πια σκέψεις. Ψιθυρίζοντας λέξεις βουβές, εξομολογώντας ασθενικά την ενοχή τους. Δεν χωράει άλλη ομορφιά. Και πώς να χωρέσει αλήθεια στα τελευταία όνειρα που άφησαν πίσω τους ερείπια και γκρεμισμένες ιδεολογίες…

Είναι λίγο το σύννεφο, λίγο η μέρα, λίγο οι σκέψεις. Είναι λίγο οι στιγμές που δεν μπορούν να κρατήσουν για πάντα. Όπως οι μικρές ηλιαχτίδες που ξεπροβάλουν δειλά το πρωί, που σε κάνουν να θυμάσαι πως είναι να ονειρεύεσαι. Τέτοιες στιγμές που λησμονείς την ομορφιά της μέρας. Καθημερινές. Στιγμές που θες απλά να κλείσεις τα μάτια και να αντέξουν στη φθορά του χρόνου.